Παρασκευή 23 Αυγούστου 2013

Περί θεωρίας του πετάλου (απόσπασμα)

Από άρθρο της Σώτης Τριανταφύλλου

Η ελληνική άκρα αριστερά (κομμουνιστική και αναρχοειδής) ευθύνεται, σε μεγάλο βαθμό, για την επανεμφάνιση της άκρας δεξιάς και των νεοφασιστικών και νεοναζιστικών ομάδων. Στη συνέχεια, για την άνοδο αυτής της εγκληματικής παράταξης μπορούν να ενοχοποιηθούν μια σειρά παράγοντες: η συγκυρία της οικονομικής κρίσης, η ευρωπαϊκή κηδεμονία (η «απώλεια» της εθνικής ανεξαρτησίας και το πλήγμα στην εθνική υπερηφάνια), η ευρεία δημοσιότητα που της προσφέρθηκε και, όπως πάντα, η ελλειπής ενημέρωση και παιδεία. Ου γαρ οίδασιν τι ποιούσιν.

Η άκρα αριστερά έχει μακρά παράδοση στην προπαγάνδα. Και η προπαγάνδα της δεν συναντούσε ποτέ πειστικά αντεπιχειρήματα: τα κοινοβουλευτικά κόμματα, μετά το 1974 τουλάχιστον, δεν κατάφεραν να αντιτάξουν πολιτικό λόγο στην επέλαση της αριστερίστικης προπαγάνδας – και άφησαν το πεδίο της κοινωνικής δικαιοσύνης στα χέρια ιδεολογιών που δεν έχουν καμιά σχέση με την κοινωνική δικαιοσύνη. Δημιουργήθηκε μια περίπλοκη μυθολογία σχετικά με το τι είναι σωστό, τι είναι λάθος, τι είναι προοδευτικό, τι είναι αντιδραστικό, τι είναι στατικό, τι είναι δυναμικό: το αποτέλεσμα ήταν μια κοινωνία χωρίς ενέργεια αγοράς, καθοδηγούμενη από τον συνδικαλισμό και τη γραφειοκρατία – ένα υβρίδιο. Δυο φαινομενικά αντίθετες ιδεολογίες αναδείχθηκαν σε ηγεμονικές: από τη μία η παραδοσιακή της δεξιάς –πατρίς, θρησκεία, οικογένεια- κι από την άλλη η παραδοσιακή της αριστεράς, πατρίς-επανάσταση-οικογένεια. Και για κάμποσες δεκαετίες, ο νόμος εξέλιπε και πάλι, αυτή τη φορά για χάρη της αριστεράς, μιας και πριν από το 1974, ο νόμος εξέλιπε για χάρη της άκρας δεξιάς.

Αποκτήσαμε κοινωνική οργάνωση με «αριστερό» εποικοδόμημα και κοινωνικό λόγο όπου επικρατούσαν αριστερές προκαταλήψεις. Οι όροι έχασαν τη σημασία τους: στην αριστερά μεταφυτεύτηκαν «αναρχικά» στοιχεία, στοιχεία κοινωνικού περιθωρίου σχετικά με την αψηφησιά της εξουσίας και την υποτίμηση της παιδείας· η παλιά, κοινοβουλευτική αριστερά εμπλουτίστηκε και υπονομεύτηκε από την εμπειρία των αντάρτικων πόλης και των υπόγειων ομάδων που είχαν στόχο «την καρδιά του συστήματος». Έτσι, επί σαράντα χρόνια, η άκρα δεξιά –εκείνη που κάποτε τροφοδοτούσε το παρακράτος- χλόμιασε στη γωνία και δράση ανέλαβε η άκρα αριστερά. Πλην όμως, τίθενται δύο ζητήματα: πρώτον ότι ο παραμερισμός του νόμου κατέληξε, όπως συμβαίνει πάντοτε, χωρίς καμιά εξαίρεση, σε τερατώδη φαινόμενα (όπως είναι εκείνο της Χρυσής Αυγής), και δεύτερον ότι αυτή η άκρα αριστερά εμφανίζει όψεις που μοιάζουν με την άκρα δεξιά.

Εξηγούμαι: όταν ορισμένες αφομοιωμένες συνιστώσες του ΣΥΡΙΖΑ διαμαρτύρονται για την, έστω καθυστερημένη, δράση της αστυνομίας στο Πολυτεχνείο, όταν δηλαδή δεν αναγνωρίζουν τα όργανα του κράτους και τη διαφορά μεταξύ νομιμότητας και παρανομίας, ταυτίζονται με τις ομάδες κρούσης του παρακράτους. Όταν δεν κατανοείς ότι, στην πολιτική, χρειάζεται διπλωματία, αξιοπιστία, σεβασμός των θεσμών (ότι, για παράδειγμα, το χρέος της Ελλάδας πρέπει να εξοφληθεί κι ότι δεν μπορεί κανείς να καθυβρίζει τους δανειστές του), όταν δεν αντιλαμβάνεσαι την αναγκαιότητα των μεταρρυθμίσεων, ταυτίζεσαι και πάλι με αυτές τις ομάδες. Εξάλλου, όπως προανέφερα, τις έχεις, κατά κάποιον τρόπο γεννήσει: αν είχαμε σταθερή και αυστηρή μεταναστευτική πολιτική, δεν θα αναδύονταν τα φαινόμενα ρατσισμού που αντιμετωπίζουμε σήμερα, ούτε θα είχαμε βρεθεί στην πολύ δυσάρεστη θέση να χτίζουμε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Ο ρατσισμός και τα στρατόπεδα είναι απαράδεκτα. Ωστόσο, μόνοι μας φτάσαμε σ’ ένα σημείο όπου δεν φαίνεται να υπάρχει ανθρωπιστική λύση: η έλλειψη πολιτικής και η ψευτο-αριστεροποίηση της δεξιάς και του κέντρου προκάλεσαν ανομία και, με τη σειρά της, η ανομία ενθάρρυνε τις φασιστοειδείς ομάδες ακριβώς όπως ενθάρρυνε τις αντιεξουσιαστικές. Η ανομία δεν κάνει διακρίσεις.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και η άκρα αριστερά απορρίπτει, ως «απλοϊκή» και ανιστόρητη (look who’s talking!) τη θεωρία του πετάλου –κατά την οποία η άκρα αριστερά συναντιέται με την άκρα δεξιά. Κι όμως, το πολιτικό φάσμα δεν είναι γραμμικό· είναι, θα λέγαμε, πολυδιάστατο. Τα δύο άκρα μοιράζονται τον αυταρχισμό και τον κρατισμό, περιφρονούν τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες και περιορίζουν την ελευθερία του λόγου στην ελευθερία του δικού τους λόγου. Σε πολλές περιπτώσεις μοιράζονται ακόμα και τον αντισημιτισμό αν και, πράγματι, με διαφορετικά επιχειρήματα...

Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου