Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Ρατσισμός και εγκληματικότητα

Η δυσδιάκριτη ρατσιστική διάσταση στην εγκληματικότητα, και οι επιλεκτικές ευαισθησίες μιας κοινωνίας...


«Άγιοι Θεόδωροι: Ανθρωποκυνηγητό για τους ληστές που σκότωσαν ηλικιωμένη» (ΤΟ ΒΗΜΑ, 8-12-2019)

Ένα ακόμα ηλικιωμένο άτομο, θύμα αδίστακτων κακοποιών. Απλά, ο τελευταίος κρίκος - μέχρι νεωτέρας - σε μια ατέλειωτη αλυσίδα περιστατικών βίας εις βάρος ανθρώπων με μειωμένες φυσικές δυνατότητες αντίστασης. Ερώτηση: Όσο φρικτό κι αν είναι το φαινόμενο, έχει θέση στις γραμμές ενός κειμένου με θέμα τον ρατσισμό; Ισχυριζόμαστε πως έχει. Και όχι μόνο για τον λόγο ότι οι δράστες εγκληματικών πράξεων συχνά (πολύ συχνά, δυστυχώς) ανήκουν σε ομάδες που απολαμβάνουν την προστασία αντιρατσιστικών νόμων...

Ας ξεκινήσουμε επισημαίνοντας ότι, αυτονόητα, το κατά πόσον μία πράξη ή συμπεριφορά είναι ή όχι ρατσιστική εξαρτάται από το πώς ορίζει κάποιος αυτή τούτη την έννοια του ρατσισμού. Τον δικό μας ορισμό είχαμε καταθέσει σε παλιότερα κείμενα [1,2] και με βάση αυτόν θα αναπτύξουμε τις ιδέες μας στο παρόν.

Σε συμφωνία με τον γενικό ορισμό που έχουμε προτείνει, θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως ρατσιστική συμπεριφορά την αυθαίρετη τάση κάποιου να κατωτεροποιεί λόγω ή/και έργω κάποιον άλλον με βάση μία ιδιότητα την οποία ο δεύτερος φέρει ακούσια και η οποία δεν συνιστά ανασταλτικό υπαρξιακό παράγοντα (π.χ., απειλή) για τον πρώτο.

Κλασικό παράδειγμα ρατσιστικής πολιτικής ήταν οι διώξεις των Εβραίων από τους Ναζί, δεδομένου ότι η εβραϊκή ιδιότητα δεν αποτελεί επιλεγμένο (εκούσιο) χαρακτηριστικό, όπως επίσης και δεν συνιστά καθ’ οιονδήποτε τρόπο απειλή για μία κοινωνία. Από την άλλη, τα προληπτικά περιοριστικά μέτρα για άτομα που φέρουν επικίνδυνη επιδημική νόσο δεν συνιστούν ρατσιστική πολιτική αφού μία συγκεκριμένη ιδιότητα των ατόμων αυτών, αν και μη επιλεγμένη, αποτελεί παράγοντα κινδύνου για ολόκληρη την κοινωνία.

Όπως οδυνηρά μας δίδαξε η Ιστορία, ο ρατσισμός ενίοτε οδηγεί σε μαζικά εγκλήματα. Το ναζιστικό Ολοκαύτωμα των 6 εκατομμυρίων είναι, ασφαλώς, κορυφαίο παράδειγμα. Το ίδιο και η προηγηθείσα εξόντωση ατόμων με σωματικές ή διανοητικές αναπηρίες. Και, πίσω από το καταρχήν ιδεολογικό υπόβαθρο των εγκλημάτων διακρίνει κανείς συχνά την κυνική όψη της ιδιοτελούς σκοπιμότητας, αφού σε πολλές περιπτώσεις οι Ναζί έσπευσαν να υφαρπάξουν τις περιουσίες και τις δουλειές εκείνων που στάλθηκαν στα στρατόπεδα του θανάτου. Ακόμα και τα μαλλιά και τα χρυσά δόντια των δολοφονημένων στο Άουσβιτς αξιοποιήθηκαν προς όφελος της γερμανικής οικονομίας!

Σήμερα, στο άκουσμα της λέξης «ρατσισμός» τείνουμε να παραπεμπόμαστε όλο και λιγότερο στα γεγονότα του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Και αυτή την ιστορική αμνησία έχει ήδη αρχίσει να πληρώνει η Ευρώπη με την ανησυχητική άνοδο του νεοναζισμού. Σε αυτό έχει συμβάλει τα μέγιστα η εννοιολογική σύγχυση που επικρατεί πάνω στον ρατσισμό, τον οποίο πολλοί (ακόμα και έγκριτοι κοινωνικοί αναλυτές) συγχέουν με την ξενοφοβία [3]. Η τελευταία, εν τούτοις, είναι μία εντελώς διακριτή έννοια που σχετίζεται κυρίως με τις αντιδράσεις τοπικών κοινωνιών για τις παρενέργειες που έχει επιφέρει η ανεξέλεγκτη μετανάστευση. Αν και ενίοτε συνυπάρχει στην πράξη με τον ρατσισμό, η ξενοφοβία δεν θα πρέπει να θεωρείται ταυτόσημη με αυτόν.

Οι Ναζί, λοιπόν, κινούμενοι ιδεολογικά κάπου ανάμεσα στον Δαρβίνο και τον Νίτσε (όπως τουλάχιστον εκείνοι τον ερμήνευσαν) αποπειράθηκαν να εξοντώσουν όσους αυθαίρετα θεώρησαν ως «κατώτερους» και, σε πολλές περιπτώσεις, χρησιμοποίησαν αυτή την υποτιθέμενη «κατωτερότητα» των θυμάτων τους ως ηθικό άλλοθι για να εκμεταλλευτούν την εργασία τους και να ιδιοποιηθούν τα υπάρχοντά τους. Σύμφωνα με την διαστροφική λογική τους, ο δυνατότερος στην άσκηση βίας – ο παντοδύναμος «Άριος» – έχει δικαίωμα ζωής, θανάτου, εκμετάλλευσης και υπεξαίρεσης πάνω στον αδύνατο...

Σήμερα, σε μία κοινωνία που στο μεγαλύτερο μέρος της δηλώνει αντιρατσιστική και, παράλληλα, εμφανίζεται αρκετά ανεκτική απέναντι σε ιδεολογικές τάσεις που οραματίζονται μια χώρα χωρίς μέσα καταστολής και δίχως κελιά φυλακών – ίσως ακόμα και χωρίς νόμους (το σλόγκαν «νόμος και τάξη» ακούγεται σχεδόν πάντα με ειρωνική διάθεση) – τείνουμε να εμφανίσουμε ηθική και ψυχική απάθεια (θα έλεγα, ανοσία) απέναντι στο ολοένα κλιμακούμενο φαινόμενο της εγκληματικότητας. Και δεν αναφέρομαι καν σε μικροκλοπές ή, έστω, αναίμακτες μικρο-διαρρήξεις αλλά σε φρικιαστικά εγκλήματα απερίγραπτης αγριότητας απέναντι, κυρίως, σε ανήμπορους ανθρώπους, συνήθως ηλικιωμένους. Μία τέτοια περίπτωση είχαμε εξιστορήσει σε παλιότερο κείμενο [4], αποτελεί όμως σταγόνα στον ωκεανό της βίας.

Αν, εν τούτοις, αναλύσει κάποιος την ηθική βάση του δολοφονικού ρατσισμού, η οποία συνοψίζεται στο δόγμα «ο αδύναμος είναι άξιος να αφανιστεί προς όφελος του ισχυρού», θα διαπιστώσει ότι ελάχιστα διαφέρει η βία των ναζιστικών ταγμάτων εφόδου ενάντια σε ανυπεράσπιστους ανθρώπους, από εκείνη μιας συμμορίας σκληρών κακοποιών που εισβάλλουν στο σπίτι ενός ηλικιωμένου και, δίχως την παραμικρή ηθική αναστολή, τον βασανίζουν απάνθρωπα, έως και τον δολοφονούν με τρόπο κτηνώδη, για να του αποσπάσουν λίγα χρήματα που πιθανώς έχει φυλαγμένα.

Οδηγούμαστε, έτσι, στο παρακάτω οξύμωρο: Εκείνοι που – θεωρητικά τουλάχιστον – αντιμάχονται την ρατσιστική βία, επιδεικνύουν ταυτόχρονα υπέρμετρη ευαισθησία και κατανόηση για όλους αδιακρίτως τους εκτίοντες ποινές για εγκλήματα που έχουν διαπράξει, ανεξάρτητα από την βαρύτητά τους, και ζητούν την μέγιστη δυνατή επιείκεια της πολιτείας απέναντί τους. Τούτο, ασφαλώς, έχει τις αφετηρίες του στην καθολική δαιμονοποίηση των κρατικών μηχανισμών προστασίας του πολίτη, σύμφωνα με το ιδεοληπτικό δόγμα ότι χειρότερη κι απ’ το χειρότερο έγκλημα είναι η επιβολή του νόμου από τα όργανα και τους θεσμούς μιας ευνομούμενης πολιτείας!

Όσο και αν μεμφόμαστε τον άνθρωπο της γειτονιάς που με την ψήφο του συνέβαλε στην κοινοβουλευτική «κανονικοποίηση» των νεοφασιστών, θα πρέπει να αναλογιστούμε κατά πόσον η δημοκρατική πολιτεία, αλλά και όλοι όσοι ομνύουμε στα δημοκρατικά ιδεώδη, έχουμε επιδείξει την δέουσα κατανόηση στην ανάγκη του ανθρώπου αυτού να ξαναβρεί το αίσθημα ασφάλειας που εδώ και χρόνια έχει απολέσει λόγω της ολοένα αυξανόμενης εγκληματικότητας. Οι «προοδευτικές» ρητορείες που κατανοούν έως και δικαιολογούν τον θύτη – ιδίως αν πρόκειται για φιλοξενούμενο στη χώρα – το μόνο που επιτυγχάνουν είναι να προσφέρουν πεδίο δόξης λαμπρό σε κάθε είδους αντιδημοκρατικές και ρατσιστικές δυνάμεις που με κάθε ευκαιρία εμφανίζονται πρόθυμες να υποκαταστήσουν την επίσημη πολιτεία στο θέμα της ασφάλειας των πολιτών. Μια πολιτεία που καταγγέλλεται ως «απάνθρωπη» και «αντιδημοκρατική» όταν απλά επιχειρεί να εφαρμόσει τον νόμο απέναντι στο έγκλημα αλλά και την αναρχία (αν και αυτό το δεύτερο ζήτημα είναι ξέχωρο από την παρούσα συζήτηση).

Και, πηγαίνοντας πιο μακριά στον χάρτη και πιο πίσω στον χρόνο, ας μην ξεχνούμε ποτέ το ιστορικό δίδαγμα ότι ο συνδυασμός εθνικής οικονομικής καταστροφής και ανεξέλεγκτης βίας κι ανομίας είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για τις ανθρώπινες αξίες. Εκτός των άλλων, έφερε κάποτε στην εξουσία έναν παρανοϊκό δικτάτορα που εφάρμοσε τον ρατσισμό στην πιο αδιανόητη κι απάνθρωπη εκδοχή του!

Εν είδει επίκαιρου υστερόγραφου, θα θέλαμε να συμπληρώσουμε το εξής: Όταν το δόγμα «νόμος και τάξη» εξαιρεί εκείνους που ορίστηκαν να το υπηρετούν, το πολίτευμα κινδυνεύει σοβαρά. Και οι νοούντες, νοήτωσαν...

Αναφορές:

[1] Ρατσισμός: Εννοιολογική προσέγγιση μιας ετικέτας (https://www.tovima.gr/2013/02/25/opinions/ratsismos-ennoiologiki-proseggisi-mias-etiketas/)

[2] A conceptual approach to racism (https://www.tovima.gr/2014/03/07/international/a-conceptual-approach-to-racism/)

[3] Η ξενοφοβία στο μικροσκόπιο της κοινής λογικής (https://www.tovima.gr/2013/05/08/opinions/i-ksenofobia-sto-mikroskopio-tis-koinis-logikis/)

[4] Περί μοναξιάς (ή, τι είναι τελικά ρατσισμός;) (https://www.tovima.gr/2012/07/03/opinions/peri-monaksias-i-ti-einai-telika-ratsismos/)

ΤΟ ΒΗΜΑ

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2019

Ευχάριστα νέα για το γήπεδο!

Η ΥΠΟΓΕΙΟΠΟΙΗΣΗ* ΠΡΟΧΩΡΕΙ
(*της ομάδας που λεγόταν ΑΕΚ)

Ο ρατσισμός της εικόνας (και ο ρόλος της τηλεόρασης)


Υπάρχει μία μορφή ρατσισμού που την βιώνουμε ολόγυρά μας καθημερινά, προσπερνώντας την αδιάφορα όταν δεν μας στοχεύει. Αυτοί που τον υφίστανται δεν είναι καν απαραίτητο να έχουν φτάσει στη χώρα διαβαίνοντας τα σύνορά της, πράγμα που ίσως εξηγεί γιατί το μαρτύριό τους ελάχιστα συγκινεί και διεγείρει τα ανθρωπιστικά ανακλαστικά της πλειοψηφίας των κατά δήλωση αντιρατσιστών…

Η σκηνή στην κεντρική πλατεία μεγάλου δήμου της Αττικής. Μία γυναίκα τρέχει να προλάβει στη στάση το ακριβοθώρητο λεωφορείο της περιοχής. Στο παγκάκι της στάσης κάθεται μια παρέα νεαρών, πάνω-κάτω σε ηλικία τρίτης λυκείου. Ξάφνου, ένα πόδι απλώνεται από το παγκάκι. Η γυναίκα σκοντάφτει πάνω του και πέφτει, ενώ την ίδια στιγμή η παρέα ξεσπά σε γέλια και επευφημίες γι’ αυτόν που είχε την φαεινή ιδέα. Η γυναίκα σηκώνεται, μαζεύει ντροπιασμένη τα κομμάτια της και μπαίνει αμίλητη στο λεωφορείο, δευτερόλεπτα πριν κλείσει η πόρτα. Είναι φανερό ότι έχει προ πολλού συμβιβαστεί με την ιδέα πως ανήκει σε κατώτερη «ράτσα». Και δέχεται τις τρικλοποδιές με την ίδια στωικότητα που οι Εβραίοι δέχονταν κάποτε το αστέρι στο πανωφόρι τους…

Λεπτομέρεια: Η γυναίκα δεν ανήκε στους ευνοημένους της Φύσης, αυτούς που θα χαρακτηρίζονταν «ευειδείς». Ήταν αρκετά ευτραφής και τα χαρακτηριστικά της δεν είχαν, γενικά, τίποτα το «ελκυστικό» με βάση τις επιταγές του σύγχρονου σταρ-σύστεμ. Ήταν πλασμένη, θαρρείς, μόνο και μόνο για να πιστοποιεί τον θρίαμβο των εκλεκτών της Φύσης πάνω στους αδικημένους. Θα έλεγα, ήταν το ιδανικό αντι-κάτοπτρο για τον υπερχειλίζοντα ναρκισσισμό της απάνθρωπης εποχής μας…

Το περιστατικό δεν είναι μεμονωμένο. Ανάλογα συμβαίνουν καθημερινά στην Αθήνα (για να περιοριστώ στην πόλη μου). Και όλα, σχεδόν, έχουν ως αυτουργούς νέους ανθρώπους. Κάποιοι από αυτούς, μάλιστα, ίσως κατεβαίνουν και στους δρόμους συμμετέχοντας σε συλλαλητήρια κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας, αγνοώντας προφανώς ότι ξένος είναι καθένας που βιώνει την αρνητική διάκριση και τον κοινωνικό αποκλεισμό. Περάσει ή δεν περάσει τα σύνορα της χρεοκοπημένης χώρας...

Μία νέα γενιά, λοιπόν, αναδύεται φέροντας μέσα της τον σπόρο του φασισμού της εικόνας, έτσι όπως η τελευταία επιβάλλεται από τα κέντρα του διεθνούς image making. Και όσοι δεν είναι προικισμένοι με τις ιδιότητες που απαιτούν τα στερεότυπα, οφείλουν να υποβάλλονται σε πόνους και έξοδα ώστε να υπερνικήσουν, κατά το δυνατόν, την ίδια τη βούληση της Φύσης. Ζωή παρά φύσιν, κατά μία έννοια!

Καμία προοδευτική πολιτική δύναμη, καμία ευαίσθητη ανθρωπιστική οργάνωση, κανένα αντιρατσιστικό κίνημα, δεν ασχολήθηκαν ποτέ με αυτό το είδος κοινωνικού ρατσισμού. Και κανείς από αυτούς δεν ανησύχησε για τις αναδυόμενες νοοτροπίες και συμπεριφορές μίας πολύ σκληρής νέας γενιάς σε ό,τι αφορά την αισθητική διαφορετικότητα ή – ακόμα χειρότερα – την φυσική αδυναμία. Στο Τρίτο Ράιχ, θυμίζουμε, αυτές ήταν ιδιότητες που επέσυραν την ποινή του θανάτου!

Από την παγίδα της εικόνας δεν ξέφυγε ούτε η πολιτική. Βλέπουμε πολιτικά κόμματα και δημοτικές παρατάξεις να εμπιστεύονται θέσεις ευθύνης σε πρόσωπα αμφίβολου πολιτικού και κοινωνικού ήθους, με μοναδικό κριτήριο την δημοφιλία τους στο τηλεοπτικό, κυρίως, κοινό. Το πρόσφατο θλιβερό συμβάν που οδήγησε σε μία ηχηρή παραίτηση στον δήμο της Αθήνας έχει ήδη συζητηθεί τόσο πολύ ώστε είναι περιττό να το σχολιάσουμε περαιτέρω. Θα σταθώ, όμως, σε ένα σημείο της υπόθεσης το οποίο αναδεικνύει a posteriori την λανθασμένη επιλογή που έκανε ένας κατά τα άλλα εξαίρετος και πολλά υποσχόμενος νέος τοπικός άρχοντας.

Το πρόσωπο στο οποίο ανατέθηκε η ευθύνη του πολιτιστικού τομέα του μεγαλύτερου δήμου της χώρας προέρχεται από τον χώρο της τηλεόρασης. Και, δυστυχώς, εκπροσωπεί εμφατικά μία κουλτούρα η οποία ελάχιστη ευαισθησία επιδεικνύει (το λέω αρκούντως κομψά...) για ανθρώπινες αδυναμίες που αφορούν το ευειδές της φυσικής παρουσίας ή τις αντοχές που παίρνει μαζί της η νεότητα που φεύγει.

Θεοποίηση «γραμμωτών» και «κοιλιακών»... Χλευασμός για μαλλιά και πόντους που λείπουν, ή κιλά που περισσεύουν... Περιφρόνηση (έως και γελοιοποίηση) για εκείνους που τους πήραν τα χρόνια και δεν διαθέτουν πια το κουράγιο που απαιτεί μία «ολονυκτία»... Ο άνθρωπος που «φορά τις πυτζάμες στο σπίτι» (sic) στέλνεται στα κρεματόρια της ζωής. Τόπο στους «άριους» εκλεκτούς των media!

Η απρέπεια του τρανταχτού γέλιου και της «πλακίτσας» για έναν κατ' ουσίαν βιασμό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Κάτω από αυτήν κρύβεται ολόκληρη η φιλοσοφία μιας γενικότερης τάσης ευτελισμού της ανθρώπινης αδυναμίας στον χώρο της σημερινής τηλεόρασης. Και θα πρέπει να εξετάσουμε προσεκτικά κατά πόσον σε εκείνους που έχουν συμβάλει στην διαμόρφωση και τη συντήρηση αυτής της τάσης αναλογούν δημόσια αξιώματα που αφορούν τον ίδιο τον πολιτισμό!

Ο ρατσισμός έχει πολλά πρόσωπα. Κάποια, όμως, είναι περισσότερο προβεβλημένα από άλλα. Γι' αυτά τα άλλα, λιγότερο αναγνωρίσιμα πρόσωπα του ρατσισμού θα πρέπει κάποτε να μιλήσουμε ανοιχτά, να ανιχνεύσουμε τα αίτια και τις πηγές τους και να εντοπίσουμε τους κοινωνικούς παράγοντες που, συνειδητά ή όχι, συμβάλλουν στη συντήρηση και τη διάδοσή τους.

Κυρίως, θα πρέπει να πάψουμε να είμαστε επιλεκτικά ευαίσθητοι απέναντι στην υποτίμηση του διαφορετικού, παραβλέποντας διαφορετικότητες που ορίζονται ως τέτοιες όχι σύμφωνα με ανθρώπινες αξίες αλλά με βάση τα προστάγματα ιδιοτελών κατασκευαστών ειδώλων. Αλλιώς, το να δηλώνουμε γενικώς «αντιρατσιστές» συνιστά εμπαιγμό προς την ίδια την έννοια που επικαλούμαστε...

Aixmi.gr

Κυριακή 17 Νοεμβρίου 2019

Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2019

Η θέση μας για την υπόθεση "Κατερίνα Γκαγκάκη"


Πολλοί αυτόκλητοι συνήγοροι έσπευσαν να υπερασπιστούν την Κατερίνα Γκαγκάκη. Όλοι μιλούν για το "ήθος της" και το "άμεμπτο παρελθόν της" ως τη στιγμή που έκανε κι αυτή, σαν άνθρωπος, το "ένα λαθάκι που δικαιούταν!"

Υπάρχει, όμως, και μία άλλη όψη του ζητήματος, την οποία δεν είναι εύκολο να παραβλέψουμε...

Σ' αυτή τη χώρα αντιλαμβανόμαστε τις έννοιες όπως μας βολεύει. Ας πούμε, "ρατσιστής" είναι μόνο εκείνος που εκφράζει προβληματισμό για την εκρηκτική αύξηση του μεταναστευτικού. Δεν είναι όμως, π.χ., κάποιος ή κάποια που εκπροσωπεί μία κουλτούρα η οποία χλευάζει δημόσια τα φυσικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων, όταν αυτά δεν ταιριάζουν στα πρότυπα "Ντάνος" ή "Σπαλιάρας". Ή, ακόμα χειρότερα, μιλά με περιφρόνηση για εκείνους που τους πήραν κάπως τα χρόνια και δεν διαθέτουν πια τα κουράγια και τη ζωντάνια που έχει το ευκαιριακό "τεκνό"...

Η χυδαιότητα του τρανταχτού γέλιου και η αισχρότητα της "πλακίτσας" για έναν κατ' ουσίαν βιασμό είναι μόνο η κορυφή του παγόβουνου. Πίσω από αυτά κρύβεται ολόκληρη η υποποιότητα της σημερινής ιδιωτικής τηλεόρασης. Και, σε εκείνους που έχουν συμβάλει σε αυτή την υποποιότητα δεν μπορεί και δεν πρέπει να ανατίθενται δημόσια αξιώματα, ιδιαίτερα αν αυτά αφορούν τον ίδιο τον πολιτισμό.

Από αυτή την άποψη, ο Κώστας Μπακογιάννης έκανε μία λανθασμένη επιλογή, ίσως και επηρεασμένος ως ένα βαθμό από το στενό του περιβάλλον. Συνεχίζουμε, εν τούτοις, να τον εκτιμούμε γιατί πιστεύουμε στο ήθος του και την ειλικρίνεια των προθέσεών του.

Όμως, ας γίνει σε όλους μάθημα η θλιβερή αυτή ιστορία...

Διαβάστε σχετικά:

Το ιστορικό της υπόθεσης

Η παραίτηση

Τετάρτη 30 Οκτωβρίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Η Μυρτώ, η Τόνια και το ποδόσφαιρο που τιμά τον Άνθρωπο!

Για μία ωραία πρωτοβουλία που βάζει τον Άνθρωπο πάνω από το ποδόσφαιρο...


Γράφω στο «Βήμα» τα τελευταία οκτώ χρόνια. Και, πολλοί από τους παλιούς αναγνώστες θα γνωρίζουν ίσως ότι είμαι οπαδός της ΑΕΚ. Ανήκοντας σε αυτή την κατηγορία, είναι αυτονόητα δύσκολο να «πω καλή κουβέντα» για τον Ολυμπιακό! Μάλιστα, όταν άλλαξε το ιδιοκτησιακό καθεστώς σε αυτή την εφημερίδα, ρώτησα αμέσως τον τότε υπεύθυνο της ηλεκτρονικής έκδοσης αν θα μπορούσα να συνεχίσω να γράφω κείμενα υπέρ της ΑΕΚ και – όποτε έτσι έκρινα – όχι και τόσο κολακευτικά για τον Ολυμπιακό. Μου απάντησε: «Συνεχίστε να γράφετε όπως γράφατε πάντα, χωρίς να υπάρχει οποιαδήποτε παρέμβαση. Αυτές είναι οι κατευθύνσεις που έχουμε!»

Σήμερα, εν τούτοις, εγώ ο εξ απαλών ονύχων Αεκτζής έχω μόνο καλά λόγια να πω για τον Ολυμπιακό και την πολύ ανθρώπινη πρωτοβουλία του στον πρόσφατο (27/10/2019) ποδοσφαιρικό αγώνα με την ΑΕΚ στο Στάδιο (δεν δέχομαι την ιστορικά υποβιβαστική λέξη «γήπεδο») Καραϊσκάκη.

Αντιγράφω από ανάρτησή μου στα social media:

«Η Μυρτώ είναι οπαδός της ΑΕΚ...

Η Τόνια είναι οπαδός του Ολυμπιακού...

Τις ενώνει ένα αναπηρικό καρότσι, και τις έφερε κοντά η υπέροχη πρωτοβουλία της ΠΑΕ Ολυμπιακός πριν την έναρξη του ντέρμπι Ολυμπιακού-ΑΕΚ στο ‘Καραϊσκάκη’. Την πρωτοβουλία αυτή δικαιώνει το ζεστό χειροκρότημα των φιλάθλων στις εξέδρες.

Ένα τεράστιο ΕΥΓΕ στον Ολυμπιακό! Γιατί, τίποτα – ακόμα και το ποδόσφαιρο – δεν στέκει πάνω από τον άνθρωπο...»


Δείτε το video:



Ένας καλός φίλος σχολίασε ότι, κατά τη γνώμη του, η εκδήλωση δεν ήταν παρά «ζήτημα μάρκετινγκ». Του απάντησα ότι δεν έχω την παραμικρή πρόθεση να αποδυθώ σε δίκες προθέσεων, και ότι μου αρκούσε πως αυτό που είδα ήταν απλά πολύ όμορφο. Συμπληρώνω εδώ ότι, προσωπικά, τίποτα δεν με παρέπεμψε στο «μάρκετινγκ». Πολύ περισσότερο όταν στην υπέροχη αυτή γιορτή συμμετείχαν αυθόρμητα και οι ίδιοι οι φίλαθλοι του Ολυμπιακού. Ας δεχόμαστε, λοιπόν, το καλό όπου το συναντάμε, χωρίς να αναζητούμε σκελετούς στα ντουλάπια...

Αναμένω ανάλογη εκδήλωση από την ΠΑΕ ΑΕΚ στο παιχνίδι του δεύτερου γύρου στο ΟΑΚΑ – ελπίζω οι δύο ηρωικές αγωνίστριες της ζωής να το τιμήσουν κι αυτό με την παρουσία τους. Και ελπίζω κι αναμένω, επίσης, να δω επιτέλους την ΑΕΚ να παίζει μπάλα σε ένα ντέρμπι! Κι ας μη νικά πάντα, βρε αδερφέ...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 2019

Συγκίνηση με την Μυρτώ και την Τόνια στο "Καραϊσκάκη"!

Η Μυρτώ είναι οπαδός της ΑΕΚ...

Η Τόνια είναι οπαδός του Ολυμπιακού...

Τις ενώνει ένα αναπηρικό καρότσι, και τις έφερε κοντά η υπέροχη πρωτοβουλία της ΠΑΕ Ολυμπιακός πριν την έναρξη του ντέρμπι Ολυμπιακού-ΑΕΚ στο "Καραϊσκάκη". Την πρωτοβουλία αυτή δικαιώνει το ζεστό χειροκρότημα των φιλάθλων στις εξέδρες.

Ένα τεράστιο ΕΥΓΕ στον Ολυμπιακό! Γιατί, τίποτα - ακόμα και το ποδόσφαιρο - δεν στέκει πάνω από τον άνθρωπο...


Παρασκευή 25 Οκτωβρίου 2019

Η δύση μιας ζωής στο ελληνικό Ναραγιάμα…


Στην υπέροχη ταινία τού Σοχέι Ιμαμούρα, «Η μπαλάντα του Ναραγιάμα» (1983), οι ηλικιωμένοι κάτοικοι ενός φτωχού ιαπωνικού χωριού τον προ-περασμένο αιώνα οδηγούνται κατά παράδοση σε ένα κοντινό βουνό (Ναραγιάμα) για να περάσουν τις τελευταίες μέρες της ζωής τους, έτσι ώστε να μην επιβαρύνουν, λόγω της ανημπόριας τους, τα παιδιά τους που αγωνίζονται να επιβιώσουν.

Η ιδέα ακούγεται τρομαχτική στα αυτιά μίας σύγχρονης πολιτισμένης κοινωνίας. Ακόμα και σε αυτή την «πολιτισμικά καθυστερημένη» Ελλάδα, τέτοιο βουνό σίγουρα δεν υπάρχει – και μακριά από εμάς τέτοιες απάνθρωπες καταστάσεις! Ή μήπως υπάρχει;

Το κείμενο που ακολουθεί μεταφέρει αυτούσια την εμπειρία αναγνώστη, της οποίας εμπειρίας υπήρξα και προσωπικός μάρτυς έτσι ώστε να ομιλώ «μετά λόγου γνώσεως». Δεν επιχειρεί (το κείμενο) ηθική αξιολόγηση της καταφυγής στον «Ναραγιάμα» – ιδιαίτερα αν αυτή είναι η μόνη, δυστυχώς, λύση που απομένει – αλλά ζητά να φέρει στο φως κάποιες όχι και τόσο φανερές πτυχές της λειτουργίας ενός συστήματος που διαφημιστικά προβάλλεται με συγκινητικές εικόνες αγάπης και φροντίδας, συνοδευόμενες από λόγια γεμάτα συμπόνια και ανθρωπιά...

Η μητέρα του αναγνώστη πλησίαζε τα ενενήντα. Ήταν σχετικά καλά στην υγεία της για την ηλικία της, και διατηρούσε απόλυτη πνευματική διαύγεια. Είχε όμως αρχίσει να εμφανίζει σοβαρά κινητικά προβλήματα λόγω μυϊκής αδυναμίας στα κάτω άκρα, σε βαθμό που να μη μπορεί πλέον να περπατά και, γενικά, να αυτο-εξυπηρετείται χωρίς υποβοήθηση.

Αρχικά, ο αναγνώστης κατέφυγε στη λύση αλλοδαπών οικιακών βοηθών. Και, επί τέσσερα χρόνια «παρέλασαν» από το σπίτι της μητέρας του άτομα κάθε είδους και κάθε ηθικού αναστήματος (μεταξύ αυτών, μία εκδιδόμενη που ασκούσε το «επάγγελμα» κατά τις πολύωρες απουσίες της «για τα ψώνια του σπιτιού», ενώ τις νύχτες έμπαζε στο σπίτι τον προαγωγό της!). Μία τελευταία περίπτωση φάνηκε «λαχείο», αφού επρόκειτο για κάποια γυναίκα που έδειχνε ζήλο για τη δουλειά της και φερόταν σχετικά ανθρώπινα στην ηλικιωμένη. Όταν, όμως, συγκέντρωσε το ποσό που της χρειαζόταν, δήλωσε ξαφνικά ότι θα έπρεπε να γυρίσει στην πατρίδα της «για οικογενειακούς λόγους» (η συνήθης δικαιολογία σε αυτές τις περιπτώσεις).

Μη έχοντας πλέον άλλη λύση, και με βαριά καρδιά και αίσθημα υπέρμετρης ενοχής, ο αναγνώστης αποφάσισε να στραφεί στη λύση μίας κοντινής μονάδας φροντίδας ηλικιωμένων (ΜΦΗ, για συντομία). Είχε καλό όνομα στην περιοχή, και κάποιες προγενέστερες εμπειρίες του αναγνώστη συνηγορούσαν σε αυτό. Η μητέρα του – μία αξιοπρεπέστατη αρχοντογυναίκα – συνεργάστηκε απόλυτα καθώς δεν ήθελε να επιβαρύνει άλλο το παιδί της. Εξ άλλου, είχε και μία καλή σύνταξη που θα της επέτρεπε να πληρώνει στο ακέραιο το όχι ευκαταφρόνητο κόστος της διαμονής στη μονάδα.

Στην αρχή όλα φαίνονταν ιδανικά, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά την εικόνα: υψηλής αισθητικής χώρος υποδοχής και, γενικά, ευχάριστη διάθεση και φιλικό περιβάλλον στα μάτια του επισκέπτη. Η ηλικιωμένη γυναίκα δεν παραπονιόταν παρά μόνο για την ποιότητα του φαγητού. Σε ερωτήσεις για τη συμπεριφορά του νοσηλευτικού προσωπικού, απαντούσε πως ήταν όλες «πολύ καλές κοπέλες».

Ώσπου ένα απρόσμενο γεγονός ήρθε να ταράξει το αίσθημα σιγουριάς του αναγνώστη και να τον ωθήσει στο να παρακολουθεί στενότερα τα τεκταινόμενα στην ΜΦΗ. Ήταν ο αιφνίδιος θάνατος μίας άλλης ηλικιωμένης που νοσηλευόταν σε γειτονικό θάλαμο. Η γυναίκα αυτή ήταν πρώην γειτόνισσα του αναγνώστη και τον εμπιστευόταν αρκετά ώστε να του μιλά «εκ βαθέων». Του εκμυστηρεύτηκε, λοιπόν, ότι, έχοντας ζήσει μία ολόκληρη ζωή με αξιοπρέπεια στο σπίτι της, είχε τώρα να αντιμετωπίσει την σκαιή συμπεριφορά κάποιων μελών του νοσηλευτικού προσωπικού. Μάλιστα, έκανε την δυσοίωνη πρόβλεψη ότι δεν επρόκειτο να μακροημερεύσει στο μέρος εκείνο. Πρόβλεψη που, δυστυχώς, σύντομα επαληθεύτηκε. Σημειώνω ότι η γυναίκα αυτή δεν υπέφερε από κάποιο σοβαρό πρόβλημα υγείας. «Έσβησε» απλά από ένα αίσθημα βαθιάς θλίψης που της ήταν αδύνατο να αντέξει. Επισήμως, από ανακοπή...

Δεν πήρε καιρό στον αναγνώστη να διαπιστώσει ότι αποδέκτης παρόμοιων συμπεριφορών ήταν και η ίδια η μητέρα του, από ορισμένες νοσηλεύτριες που δεν έμπαιναν καν στον κόπο να τηρήσουν τα προσχήματα ακόμα και υπό την παρουσία του. Αν ήθελα να δώσω μία μεταφορική περιγραφή του φαινομένου, θα έλεγα ότι φέρονταν στη γυναίκα σαν λοχίες απέναντι σε νεοσύλλεκτο φαντάρο!

Όσοι έχουν σκύλο γνωρίζουν ότι πρέπει να τον βγάζουν βόλτα κάποιες φορές την ημέρα για τις «ανάγκες» του. Και ο σκύλος μαθαίνει πρόθυμα να προσαρμόζεται στο πρόγραμμα αυτό που του επιβάλλει το αφεντικό του. Με τον άνθρωπο, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Ή έτσι, τουλάχιστον, πίστευε ο αναγνώστης ως τη στιγμή που κατάφερε να εκμαιεύσει από την τρομαγμένη μητέρα του την πληροφορία ότι μία νοσηλεύτρια, σε ρόλο αφεντικού ενός «σκύλου», της επέβαλλε πότε θα πήγαινε στο ειδικό μέρος και για πόσο διάστημα (κατά κανόνα ελάχιστο) θα παρέμενε σε αυτό. Σε κάποια περίπτωση, μάλιστα, στην ηλικιωμένη ασκήθηκε βία για να συντομεύσει...

Και, μια και βρίσκω το (αντι-)παράδειγμα του σκύλου εξόχως βολικό για τη συζήτηση, θα συμπληρώσω ότι ο τρόπος με τον οποίο η εν λόγω νοσηλεύτρια σέρβιρε τον δίσκο με το φαγητό στην ηλικιωμένη ήταν πολύ λιγότερο ανθρώπινος από εκείνον με τον οποίο σέρβιρα κάποτε εγώ το αντίστοιχο πιάτο στον σκύλο μου!

Σε αντιστάθμισμα, πάντως, όσων προανέφερα, οφείλω να σημειώσω ότι η πλειοψηφία του νοσηλευτικού προσωπικού στην ΜΦΗ κατέβαλλε προσπάθειες να επιδείξει ανθρώπινη συμπεριφορά και μια κάποια υποψία ζεστασιάς στους ηλικιωμένους. Άρκεσαν, όμως, ένα-δύο κακά πρόσωπα για να διαλύσουν την όποια καλή εικόνα. Πρόσωπα, εν τούτοις, στα οποία έμοιαζε να έχει εκχωρηθεί απεριόριστη εξουσία που έφτανε – θα μπορούσε κάποιος να πει με μια δόση υπερβολής – ως το δικαίωμα ζωής και θανάτου πάνω στους ηλικιωμένους! Κι αυτό επαληθεύτηκε με τον πλέον τραγικό τρόπο στην περίπτωση του αναγνώστη. Σεβόμενος, όμως, την επιθυμία του δεν θα περιγράψω τα γεγονότα που οδήγησαν στον θάνατο της μητέρας του μέσα στην ΜΦΗ...

Έγραψα το σημείωμα όχι τόσο για να καταγγείλω κάποιες από τις συνθήκες λειτουργίας ενός καθαρά κερδοσκοπικού συστήματος που διαχειρίζεται ανθρώπινες ζωές στον δύσκολο δρόμο προς τον τελικό τους σταθμό, όσο για να ενημερώσω και να αφυπνίσω τους συμπολίτες μας που αντιμετωπίζουν προβλήματα όμοια με αυτό του αναγνώστη. Αν κάποιος αναγκαστεί, ως τελική και αναπόφευκτη λύση, να απευθυνθεί σε κάποια ΜΦΗ, ας θυμηθεί ότι η μονάδα αυτή δεν είναι παρά μία επιχείρηση που προσφέρει έναν τύπο υπηρεσιών έναντι αδρής αμοιβής.

Το τραγικό της υπόθεσης έγκειται σε ένα ζήτημα ηθικής φύσης που αφορά την λειτουργική φιλοσοφία ορισμένων ΜΦΗ και, σε μεγάλο βαθμό, διαμορφώνει την συμπεριφορά τους απέναντι στους ηλικιωμένους που φιλοξενούνται εκεί. Θα το διατυπώσω συνοπτικά και με ωμό ρεαλισμό: Κάποιες από τις επιχειρήσεις αυτές (ευτυχώς όχι οι περισσότερες) θεωρούν a priori ότι ο πελάτης εναποθέτει εκεί τον ηλικιωμένο άνθρωπό του για να απαλλαγεί από το βάρος του ώσπου να έρθει το αναμενόμενο τέλος. Ή, για να το κάνω να ακουστεί ακόμα πιο ανατριχιαστικό: Θεωρούν ως δεδομένο ότι κάποιος αφήνει εκεί τον ηλικιωμένο απλά «για να πεθάνει»!

Είναι στην ευθύνη, λοιπόν, των συγγενών να καταστήσουν εξαρχής απόλυτα σαφές στις επιχειρήσεις ότι τέτοιες λογικές πόρρω απέχουν από τις προθέσεις τους, και ότι αυτό που ζητούν είναι ακριβώς να προσφέρουν στους αγαπημένους τους την δυνατότητα να ζήσουν το υπόλοιπο της ζωής τους – πολύ ή λίγο – με ποιότητα και αξιοπρέπεια. Κυρίως, οι συγγενείς πρέπει να αναπτύξουν την ικανότητα να «ακούν» ακόμα και αυτά που οι ηλικιωμένοι, είτε από φόβο είτε από αίσθημα συμβιβασμού, αποφεύγουν να εκφράσουν άμεσα. Και, όταν διαπιστώνουν παραλείψεις ή ανάρμοστες συμπεριφορές, να μη διστάζουν να υπερασπίζονται δυναμικά τους ανθρώπους τους!

Οι ΜΦΗ δεν θα έπρεπε να είναι το ελληνικό «Ναραγιάμα» αλλά η ελληνική απάντηση στο πνεύμα τού Ναραγιάμα! Αν, βέβαια, υπάρχουν ακόμα ελληνικές απαντήσεις σε έναν κόσμο όπου οι ιδιαίτερες πολιτισμικές αξίες ολοένα χάνονται μέσα στην παγκόσμια κρεατομηχανή της ομογενοποίησης. Και έναν κόσμο όπου όλα, πλέον, πουλιούνται κι αγοράζονται. Ακόμα και το δικαίωμα σε ένα αξιοπρεπές τέλος της ζωής...

* Στην Ι.Χ. που, όποτε κι αν έφευγε, πάλι νωρίς θα ήταν...

Aixmi.gr - ΤΟ ΒΗΜΑ

Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2019

Ενήλικος στο δωμάτιο, με ευθύνη ανηλίκου...

Ένας "ταξιδιωτικός οδηγός" για υποψήφιους θεατές μίας αμφιλεγόμενης ταινίας...


Έστω και για λόγους καλλιτεχνικής περιέργειας, έχω την ειλικρινή πρόθεση να δω σε πρώτη ευκαιρία την αμφιλεγόμενη νέα ταινία του Κώστα Γαβρά. Χωρίς όμως ποτέ να ξεχνώ ποιο είναι το πρόσωπο που η ταινία αυτή επιχειρεί να ηρωοποιήσει, μετατρέποντας έναν κυνικό, υπερφίαλο και νάρκισσο τυχοδιώκτη σε ρομαντικό ιδεολόγο επαναστάτη που, ως νέος Siegfried στο Götterdämmerung, τολμά να τα βάλει ολομόναχος με δυνάμεις πολύ πιο μεγάλες από εκείνον - και πέφτει ηρωικώς μαχόμενος!

Δεν θα ξεχάσω, για παράδειγμα, τον δόλιο τρόπο με τον οποίο μας αποκοίμισε βεβαιώνοντας ότι οι τράπεζες δεν επρόκειτο να κλείσουν, αφού κάτι τέτοιο "δεν προβλεπόταν". Και, στη συνέχεια, τον αυτάρεσκο κομπασμό του, «Αγάπη μου, έκλεισα τις τράπεζες» (“Honey, I just shut the banks”)! Κι εγώ, αφελής, καλόπιστος και αμελής συνάμα, που δεν είχα φροντίσει ως τότε να βγάλω κάρτες ή να μαζέψω λίγα μετρητά κάτω από το στρώμα, έζησα για μέρες κυριολεκτικά την εμπειρία της πείνας μετρώντας τα ψιλά στο πορτοφόλι μου για ένα κουλούρι ή μία τυρόπιτα, αφού βρέθηκα σχεδόν δίχως χρήματα (θα πήγαινα Δευτέρα πρωί στην τράπεζα να πάρω, τρομάρα μου!) ενώ έπρεπε να εξοικονομήσω και το τελευταίο ευρώ για άλλες ανάγκες σημαντικότερες κι απ' την τροφή (όπως ανελαστικά ιατρικά έξοδα)...

Ξέρω, θα μου πείτε ότι υπάρχουν στον κόσμο άνθρωποι που αισθάνονται τυχεροί αν μπορέσουν να εξασφαλίσουν έστω και το γεύμα μίας τυρόπιτας την ημέρα. Το γνωρίζω και ουδόλως το υποτιμώ ως πραγματικότητα. Όμως, αν κάποτε αποφασίσω να βιώσω την δυστυχία της πείνας του συνανθρώπου, υποβάλλοντας με Παρσιφαλική γενναιότητα τον εαυτό μου σε αυτόβουλη στέρηση τροφής, αυτό θα είναι ζήτημα προσωπικής επιλογής και όχι αποτέλεσμα της παράλογης ματαιοδοξίας ενός τυχοδιώκτη πολιτικού!

Ξαναγυρνώντας στον "ήρωα" της ταινίας, δεν θα ξεχάσω και τον ανάλγητο κυνισμό με τον οποίο απάντησε σε δημοσιογράφο της τηλεόρασης, όταν ο τελευταίος τον ρώτησε τι θα απογίνουν οι ηλικιωμένοι που μες στην αφόρητη ζέστη του καλοκαιριού ξεροστάλιαζαν με τις ώρες στις ουρές έξω απ’ τις τράπεζες. Όπως δεν θα ξεχάσω ποτέ την απόγνωση και το κλάμα ενός ανθρώπου προχωρημένης ηλικίας (το είδα με τα μάτια μου) που εκλιπαρούσε τον ατσαλάκωτο στην τράπεζα για λίγα μόνο μετρητά από τη σύνταξή του, ρωτώντας τον μάταια, με έκφραση απελπισίας που έλιωνε σίδερα: «Πώς θα ζήσουμε εγώ κι η γυναίκα μου;»...

Και δεν θα ξεχάσουμε, τέλος, τις "επαναστατημένες" κυρίες του Διαδικτύου που θεοποιούσαν τον νάρκισσο στα social media, έχοντάς τον συνειδητά ή όχι αναγάγει σε οιονεί υποκατάστατο των υπαρξιακών ανεκπλήρωτων της άνυδρης ζωής τους - και ρίχνοντας ακόμα περισσότερα ξύλα στη φωτιά της ματαιοδοξίας του. Βέβαια, για να είμαστε δίκαιοι, αυτό είναι το μόνο για το οποίο υπεύθυνος δεν ήταν ο ίδιος...

Όχι, γι' αυτό το "δημιουργικά ασαφές" (sic) μείγμα ακαδημαϊκού τσαρλατανισμού και πολιτικής δηθενιάς ίσως δεν άξιζε να γυριστεί ένα (έστω μέτριο) έργο κινηματογραφικής τέχνης από φημισμένο σκηνοθέτη. Θα το δούμε, εν τούτοις, για να διαμορφώσουμε προσωπική άποψη. Και, στο διάλειμμα, ίσως κεράσουμε συμβολικά τον εαυτό μας μία τυρόπιτα. Σαν εκείνες που μας κράτησαν στη ζωή το εφιαλτικό καλοκαίρι του 2015...

Aixmi.gr - ΤΟ ΒΗΜΑ

Σάββατο 12 Οκτωβρίου 2019

Αίνιγμα για... μυημένους Αεκτζήδες!

Το αίνιγμα: Σε ποια σκηνή κλασικής ελληνικής ταινίας πρωταγωνιστούν δύο γνωστοί Αεκτζήδες, αλλά μόνο ο ένας είναι... άνθρωπος;

Απάντηση: Δείτε το παρακάτω video




Κυριακή 25 Αυγούστου 2019

Προφέσορες...

Μιγκέλ Καρντόσο:
Ο Βαρουφάκης του ποδοσφαίρου.
Η ΑΕΚ θα νικά παίζοντας σύστημα
"δημιουργική ασάφεια"!

Τρίτη 13 Αυγούστου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Εκεί που το πανεπιστημιακό άσυλο δεν είναι πολιτική διαστροφή

Μια μακρινή ανάμνηση από ένα εκπαιδευτικό σύστημα όπου το πανεπιστημιακό άσυλο εφαρμόζεται στην μόνη σωστή του εκδοχή...


Το περιστατικό που θα αφηγηθώ είναι απολύτως αληθινό. Συνέβη κάπου στα μέσα της δεκαετίας του 1980 και υπήρξα αυτόπτης μάρτυς του.

Είχε πάρει να βραδιάζει όταν τέλειωσε το καθιερωμένο βδομαδιάτικο σεμινάριο για μεταπτυχιακούς φοιτητές της Φυσικομαθηματικής Σχολής, σε ένα Πανεπιστήμιο κάπου στα δυτικά των ΗΠΑ. Για λόγους ασφαλείας, ο φύλακας είχε κλειδώσει μερικές δευτερεύουσες εισόδους του κτιρίου, αφήνοντας μόνο την κεντρική και κάποιες πλαϊνές εισόδους ανοιχτές.

Ως γνήσιοι Έλληνες που πάντα αναζητούν το ανορθόδοξο, επιλέξαμε τις δευτερεύουσες εξόδους μη γνωρίζοντας πως ήταν κλειδωμένες. Βλέποντας τον φύλακα να περνά από εκεί, μία φοιτήτρια τον πλησίασε βιαστικά και με σπαστά αγγλικά, δυνατή φωνή και έντονες, «μεσογειακές» κινήσεις, άρχισε να τον ρωτά γιατί η πόρτα ήταν κλειδωμένη.

Ο φύλακας την διέκοψε, ρίχνοντάς της ταυτόχρονα ένα αγριεμένο βλέμμα. Με τόνο αυστηρό που δεν σήκωνε συζήτηση, της είπε:

– Αυτό που μόλις έκανες, να μην το ξανακάνεις! Θα πρέπει να προσέχεις πώς απευθύνεσαι σε άνθρωπο που είναι οπλισμένος και έχει εκπαιδευτεί να βάζει το χέρι στο πιστόλι όταν νιώσει τον παραμικρό κίνδυνο. Κι εσύ ήρθες ξαφνικά από πίσω μου και με αιφνιδίασες μιλώντας έντονα και κάνοντας απότομες κινήσεις. Το ξέρεις ότι θα μπορούσα ακόμα και να σε είχα πυροβολήσει;

Ο φιλότιμος φύλακας, πάντως, ξεκλείδωσε πρόθυμα την πόρτα για να μην ταλαιπωρηθούμε κάνοντας τον γύρο του κτιρίου...

Πιθανή απορία «πολιτικοποιημένου» φοιτητή που σπουδάζει σε πανεπιστήμιο της Αθήνας ή της Θεσσαλονίκης:

– Μα, καλά, πώς ανέχονται οι φοιτητικοί σύλλογοι εκεί στην Αμερική την παρουσία οπλισμένων μπάτσων στα πανεπιστήμια;

Η απάντηση είναι απλή και προκαλεί μελαγχολία σε συσχετισμό με όσα θλιβερά συμβαίνουν εδώ και χρόνια στη χώρα μας. Σε ένα αμερικανικό πανεπιστήμιο, οι φοιτητές δεν εισέρχονται με πρωταρχικό (συχνά αποκλειστικό) σκοπό να ενταχθούν σε κομματικά ελεγχόμενους φοιτητικούς συλλόγους. Δεν χρησιμοποιούν τον πανεπιστημιακό χώρο σαν «επαναστατικό» ορμητήριο και εργαστήριο παρασκευής αυτοσχέδιων εκρηκτικών. Δεν διανοούνται να ακουμπήσουν τους διδάσκοντες – πόσο μάλλον να χειροδικήσουν πάνω τους – ούτε να εισβάλουν στα γραφεία τους καταστρέφοντας συγγράμματα, υπολογιστές και ό,τι άλλο βρουν μπροστά τους, επειδή και μόνο δεν συμφωνούν με τις πολιτικές απόψεις τους. Η ιδέα της «κατάληψης» πανεπιστημιακού χώρου είναι άγνωστη, και μόνο ένας τρελός θα μπορούσε να επιχειρήσει κάτι τέτοιο (ή, κάποιος που έχει την διαστροφική διάθεση να καταλήξει στη φυλακή)...

Στα αμερικανικά πανεπιστήμια υπάρχει σαφής και απόλυτος διαχωρισμός ρόλων. Ο φοιτητής είναι φοιτητής και ο δάσκαλος είναι δάσκαλος. Είναι αδιανόητο να αξιώνουν οι φοιτητές πάγια και θεσμικά κατοχυρωμένη εκπροσώπηση στα όργανα διοίκησης του πανεπιστημίου. Οι καθηγητές συναποφασίζουν για τις λεπτομέρειες του προγράμματος σπουδών, και οι φοιτητές υποχρεούνται να σεβαστούν τις αποφάσεις τους. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, ότι οι καθηγητές κωφεύουν στις απόψεις, τις τυχόν ενστάσεις και τα αιτήματα των φοιτητών – κάτι τέτοιο δεν θα ήταν συμβατό με ένα δημοκρατικό εκπαιδευτικό σύστημα σαν αυτό των ΗΠΑ. Η τελική ευθύνη των αποφάσεων, όμως, βαρύνει αποκλειστικά τους διδάσκοντες.

Ο οπλισμένος φύλακας ενός αμερικανικού πανεπιστημίου τυγχάνει απόλυτου σεβασμού από τους φοιτητές, αφού υπάρχει εκεί για τη δική τους ασφάλεια. Ακόμα και η αμερικανική Αριστερά καλοδέχεται τις υπηρεσίες που προσφέρει και δεν τον αντιμετωπίζει με βάση το γνώριμό μας, συμπλεγματικό μετεμφυλιοπολεμικό δόγμα, «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι». Τυχόν απουσία φύλακα προκαλεί αίσθημα ανασφάλειας, όχι ανακούφισης, στους φοιτητές!

Οι οποίοι φοιτητές – περιττό που το επισημαίνω – βρίσκονται εκεί με μοναδικό σκοπό να μορφωθούν και να πάρουν εφόδια για τη ζωή τους. Πολλοί μάλιστα εργάζονται στον ελεύθερο χρόνο τους ώστε να καλύψουν τα έξοδα των σπουδών τους. Για κακή τους τύχη, από το πρόγραμμα σπουδών απουσιάζει το μάθημα του «επαναστατικού» χαβαλέ. Το οποίο θα πρέπει να είναι αρκετά ενδιαφέρον, αν κρίνω από το γεγονός ότι είναι το μόνο στο οποίο πολλοί (ευτυχώς όχι οι περισσότεροι) Έλληνες συμφοιτητές τους κατά κανόνα αριστεύουν. Ενίοτε, μάλιστα, φτάνουν να κατακτήσουν ως και υψηλά αξιώματα στην ελληνική πολιτεία!

Έχει αυτή η πολιτεία την θέληση και την δυνατότητα να προστατέψει εκείνους τους πολλούς που μπαίνουν στα πανεπιστήμια της χώρας με αληθινό σκοπό να μορφωθούν; Ή, για να γίνω πιο συγκεκριμένος, θα εφαρμόσει αποφασιστικά στην πράξη τον πρόσφατο θεσμικό εξορθολογισμό του «πανεπιστημιακού ασύλου», το οποίο είχε μετατρέψει τα πανεπιστήμια σε πολιτικές χωματερές (για να μην χρησιμοποιήσω κάποια άλλη, λιγότερο πολιτικά ορθή έκφραση);

Δύσκολο το βλέπω... Φοβούμαι πως τα γνωστά κουκουλοφόρα τάγματα του «προοδευτικού» χώρου δεν πρόκειται να αφήσουν πεζοδρόμιο αξήλωτο σ’ ολόκληρη την πόλη! Εκτός αν οι (άμεσοι ή έμμεσοι) ιδεολογικοί καθοδηγητές τους έχουν λάβει, πλέον, τα μηνύματα της κοινωνίας. Κι έχουν αποφασίσει να ωριμάσουν πολιτικά...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Κυριακή 14 Ιουλίου 2019

Είναι κακό πράγμα ο Νόμος και η Τάξη; Ένα ερώτημα που τίθεται ξανά

Κάποια παλιά κείμενα παραμένουν επίκαιρα. Δυστυχώς...


Όταν βλέπεις παλιά σου κείμενα να παραμένουν επίκαιρα, αυτό που αισθάνεσαι αρχικά είναι ένα αίσθημα ικανοποίησης. Νιώθεις πως τα θέματα που επέλεξες να πραγματευτείς δεν αφορούσαν προβλήματα της στιγμής αλλά είχαν πάνω τους τη σφραγίδα της διαχρονικότητας.

Μόλις, όμως, παρέλθει η σύντομη κρίση αυταρέσκειας, βιώνεις ένα αίσθημα μελαγχολίας για όσα θα έπρεπε να έχουν αλλάξει από τότε, μα δεν άλλαξαν ποτέ...

Ακούμε και πάλι στελέχη της μέχρι πρότινος κυβερνώσας Αριστεράς να αναφέρονται χλευαστικά στο λεγόμενο δόγμα «νόμος και τάξη», με βάση το οποίο, υποτίθεται, ασκείται πλέον η εξουσία στη χώρα. Και είναι θλιβερό το ότι δεν αντιλαμβάνονται, ακόμα και τώρα, μερικούς από τους πιο σημαντικούς λόγους για τους οποίους απογοήτευσαν την κοινωνία.

Εμμονικά προσκολλημένη σε μετεμφυλιοπολεμικά σύνδρομα – τότε που ο χωροφύλακας υπηρετούσε συγκεκριμένους πολιτικούς (για κάποιους, «εθνικούς») σκοπούς – η λεγόμενη «ανανεωτική Αριστερά» θεωρεί ότι το ζήτημα της ασφάλειας των πολιτών, με δεδομένη μάλιστα την εγκληματικότητα που μαστίζει τη χώρα, είναι θέμα ακαδημαϊκής συζήτησης και μόνο. Η αθλιότητα που επικρατεί στα πανεπιστήμια μπορεί να αντιμετωπιστεί «με διάλογο», ενώ η στενότερη παρακολούθηση των όποιων ύποπτων δραστηριοτήτων αλλοδαπών (κάποιοι εκ των οποίων δεν βρίσκονται καν νόμιμα στη χώρα) θα μπορούσε και να θεωρηθεί ως υποκρύπτουσα «ρατσιστικά» κίνητρα. Οι δε σπασμένες βιτρίνες των καταστημάτων θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με «κατανόηση», αφού τις απώλειες υφίστανται οι (εξ ορισμού και γενικώς) «έχοντες»...

Αναμφίβολα, τα τελευταία χρόνια η Αστυνομία έχει καταβάλει τιτάνιες προσπάθειες – και με περιορισμένα μέσα, λόγω κρίσης – να σταθεί στο ύψος της αποστολής της. Και τούτο όχι λόγω συμμόρφωσης με μία σχεδόν ανύπαρκτη πολιτική βούληση κυβερνώντων, αλλά από καθαρό φιλότιμο των ίδιων των αστυνομικών. Κάποιες επιτυχίες στην εξιχνίαση ιδιαίτερα δύσκολων περιπτώσεων εγκλημάτων ήταν όντως εντυπωσιακές, με δεδομένη μάλιστα την ανεύθυνη πολιτική «ανοιχτών συνόρων» και τη μετατροπή της χώρας σε «ξέφραγο αμπέλι» (ζητώ συγνώμη για φράσεις-κλισέ, όμως δεν έχω υπόψη άλλες που να αποδίδουν την κατάσταση καλύτερα).

Τον Αύγουστο του 2016, λοιπόν, σε κείμενό μας στο «Βήμα», είχαμε θέσει το (ρητορικό σε ό,τι αφορά τις προθέσεις μας) ερώτημα αν είναι κακό πράγμα ο νόμος και η τάξη. Τότε το είχαμε απευθύνει στην κυβέρνηση της χώρας. Σήμερα το απευθύνουμε ξανά, τούτη τη φορά στη μείζονα αντιπολίτευση. Αποδέκτες, εν τούτοις, παραμένουν τα ίδια πρόσωπα, με τις ίδιες πολιτικές ιδεοληψίες και ιδεολογικές αγκυλώσεις. Που δείχνουν να συνεχίζουν να μην έχουν επαφή με μερικά από τα σημαντικότερα προβλήματα της κοινωνίας...

Ας δούμε τι είχαμε γράψει τρία χρόνια πριν:

--------------------------------

(...) Ομολογώ ότι εντυπωσιάστηκα από τον τρόπο με τον οποίο «κύκλοι του Μαξίμου» απάντησαν σε δήλωση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, η οποία (δήλωση) επέκρινε την κυβέρνηση για την «αμήχανη» και «εγκλωβισμένη σε ιδεοληψίες» αντιμετώπιση των ζητημάτων που αφορούν τη δημόσια τάξη και την ασφάλεια των πολιτών.

Δεν είναι πρόθεση του παρόντος σημειώματος η επί της ουσίας τοποθέτηση πάνω στη δήλωση του κ. Κ. Μητσοτάκη. Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι η προαναφερθείσα απάντηση «κυβερνητικών πηγών», έτσι όπως είδε το φως της δημοσιότητας μέσω αναρτήσεων σε έγκυρα ειδησεογραφικά sites (φιλοκυβερνητικών μη εξαιρουμένων):

«Αμήχανος απέναντι στις πρωτοβουλίες της κυβέρνησης σε θεσμούς, οικονομία και κοινωνικό κράτος, ο κ. Μητσοτάκης ακολουθεί τη γνωστή μα αποτυχημένη συνταγή ‘Νόμος και Τάξη'. Γνωστή και σταθερή πολιτική συνέχεια της κυβέρνησης Σαμαρά στην οικονομία και στην προπαγάνδα. Το μόνο που διακυβεύεται είναι η προοπτική της ΝΔ και το καταδικασμένο από το λαό πρόγραμμά της. Την ασφάλεια των πολιτών την εγγυώνται καθημερινά οι θεσμοί της συντεταγμένης πολιτείας και της δημοκρατίας.»

Θα ήθελα με την ευκαιρία να διατυπώσω μερικά καλοπροαίρετα ερωτήματα:

1. Αν η συνταγή «Νόμος και Τάξη» κρίνεται καταρχήν ως αποτυχημένη, ποιο είναι το επιτυχές εναλλακτικό της; Μήπως το «Ανομία και Χάος»;

2. Είναι απολύτως βέβαιο ότι, ανάμεσα στους λόγους για τους οποίους οι πολίτες καταδίκασαν ένα προγενέστερο πρόγραμμα, ήταν η (υποτιθέμενη) προσήλωση του προγράμματος αυτού στο Νόμο και την Τάξη; Ή, για να αντιστρέψω το ερώτημα: Είναι βέβαιο ότι οι πολίτες ψήφισαν ένα διαφορετικό πρόγραμμα γιατί, μεταξύ άλλων, οι εμπνευστές του εμφανίζονταν ανέκαθεν «αλλεργικοί» απέναντι σε κάθε τι που παρέπεμπε στη νομιμότητα και την ευταξία;

3. Οι θεσμοί της συντεταγμένης πολιτείας και της δημοκρατίας, οι οποίοι εγγυώνται την ασφάλεια των πολιτών, μπορούν να επιτυγχάνουν τους στόχους τους παρακάμπτοντας τους νόμους της χώρας και αδιαφορώντας για τη διαφύλαξη της τάξης (θεωρώντας την, ενδεχομένως, ως «αντιδημοκρατική» πρακτική);

Ο παρατηρητικός αναγνώστης θα έχει ήδη αντιληφθεί ότι τα παραπάνω ερωτήματα είναι κατά βάση ρητορικά. Το ουσιαστικό ερώτημα, όμως, τρομάζει: Θα πρέπει άραγε να συνηθίσουμε στην ιδέα ότι η ανομία βαθμιαία καθίσταται de facto νόμος του κράτους σ’ αυτή τη χώρα; Ένας «νόμος», μάλιστα, που η ίδια η εξουσία ελάχιστα πρόθυμη φαίνεται να αμφισβητήσει, πόσο μάλλον να ανατρέψει στην πράξη...

ΤΟ ΒΗΜΑ, Αύγουστος 2016

--------------------------------

Το ζήτημα της ασφάλειας των πολιτών δεν έχει πολιτικό πρόσημο, ούτε κομματικό χρώμα. Αφορά θεμελιώδη υποχρέωση της Πολιτείας απέναντι στον πολίτη. Αυτό δείχνουν να το έχουν κατανοήσει οι νέοι διαχειριστές της εξουσίας, και ευχής έργο θα είναι αν μείνουν πιστοί μέχρι τέλους στις σχετικές δεσμεύσεις τους.

Όσο για την αξιωματική αντιπολίτευση, που πλειοδοτεί σε ευαισθησία για τους κατατρεγμένους του κόσμου, την επαναστατημένη νεολαία και τους έγκλειστους των φυλακών, θα συνιστούσαμε να καταδεχθεί να ρίξει μια ματιά και στην ελληνική κοινωνία, εν γένει. Ίσως μία περιήγηση στις γειτονιές των μη προνομιούχων, και μια συζήτηση μαζί τους, θα μπορούσε να την διαφωτίσει σχετικά με την (κάθε άλλο παρά ειδυλλιακή) καθημερινότητα του πολίτη σε ό,τι αφορά την ασφάλειά του. Και μετά, η «ανανεωτική» ας κάνει, επιτέλους, την αυτοκριτική της...

Aixmi.gr - ΤΟ ΒΗΜΑ

Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Ερωτήματα προς την νέα κυβέρνηση, που ζητούν απαντήσεις


Στις εκλογικές μάχες που οδηγούν σε κομματική διαδοχή, αυτός που κερδίζει είναι εκείνος που κατορθώνει να πείσει ότι έχει τη θέληση και τη δύναμη να πραγματοποιήσει όσα ο προκάτοχός του είτε δεν θέλησε, είτε δεν μπόρεσε να πράξει. Κάποια από αυτά, μάλιστα, δεν είναι καν αναγκαίο να αποτελούν μέρος προεκλογικών υποσχέσεων: είναι απλά αυτονόητα.

Αφήνοντας στην άκρη ζητήματα που άπτονται της οικονομίας (γι’ αυτά μπορούν να μιλήσουν αναλυτές πολύ ειδικότεροι του γράφοντος) θα επικεντρωθούμε σε θέματα καθημερινότητας στα οποία, ομολογουμένως, η απελθούσα κυβέρνηση είτε δεν έχει να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες, είτε δεν τα θεώρησε καν ως προβλήματα. Ο πολίτης, λοιπόν, ζητά ξεκάθαρες απαντήσεις για τον τρόπο με τον οποίο η νέα εξουσία θα επιτύχει εκεί που απέτυχε η προηγούμενη. Γιατί, το να λύνεις ένα πρόβλημα στην πράξη απέχει πολύ από το να υπόσχεσαι με αυτοπεποίθηση πως έχεις τη λύση «στο τσεπάκι σου»!

Αλλά, απαντήσεις ζητά ο πολίτης και σε ερωτήματα που αφορούν όχι αναγκαίες πολιτικές που δεν υλοποιήθηκαν αλλά νέες πολιτικές που έχουν εξαγγελθεί, σύμφωνα με ένα ιδεολογικό πλαίσιο διαφορετικό από εκείνο των προκατόχων της εξουσίας. Ειδικά, αν η υποκείμενη ιδεολογία αφήνει περιθώριο αμφισβήτησης για το κατά πόσον οι πολιτικές αυτές είναι απόλυτα φιλικές προς το κοινωνικό σύνολο...

Ας επιχειρήσουμε, λοιπόν, μία ενδεικτική καταγραφή πιθανών ερωτημάτων του πολίτη για το πώς η νέα κυβέρνηση προτίθεται να χειριστεί μερικά από τα σημαντικά ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία.

1. Η εικόνα εξαθλίωσης που εμφανίζουν τα ελληνικά πανεπιστήμια σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με το λεγόμενο «πανεπιστημιακό άσυλο», μία από τις μεγαλύτερες πληγές της ανώτατης παιδείας. Η νέα κυβέρνηση έχει λάβει σαφείς δεσμεύσεις για την κατάργησή του. Σε θεσμικό επίπεδο αυτό είναι εύκολο, αφού το ζήτημα επιλύεται με έναν νόμο που μετά βεβαιότητας θα ψηφιστεί στη Βουλή. Η εφαρμογή του νόμου στην πράξη, όμως, θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε βίαιες συγκρούσεις με ομάδες ανομίας που, με την πολιτική κάλυψη και ανοχή «προοδευτικών» κύκλων, έχουν μάθει να θεωρούν το πανεπιστήμιο σαν λημέρι κι ορμητήριό τους. Ως πού είναι διατεθειμένη η νέα κυβέρνηση να φτάσει ώστε να επιβάλει τον νόμο; Και, θεωρεί ότι διαθέτει τα μέσα προς τον σκοπό αυτό; (Το τελευταίο ερώτημα δεν είναι ρητορικό, ζητά πραγματική απάντηση.)

2. Στο κέντρο της Αθήνας δρουν ανεξέλεγκτα (και επίσης υπό την πολιτική κάλυψη «προοδευτικών» κύκλων) ομάδες περιθωριακών στοιχείων που θεωρούν ως κεκτημένο τους δικαίωμα να επιβάλλουν βίαια τους δικούς τους «νόμους» σε πάντες τους μη αρεστούς. Σχεδόν καθημερινές είναι οι δολοφονικές επιθέσεις τους στις αστυνομικές δυνάμεις, περιστατικά στα οποία η ειδησεογραφία αναφέρεται με την στερεότυπη κατάληξη «δεν υπήρξαν συλλήψεις ή προσαγωγές». Είναι φανερό ότι το μόνο που επιτρέπεται στις δυνάμεις της τάξης είναι να αμύνονται. Θα υπάρξουν τώρα διαφορετικές εντολές, στην κατεύθυνση της αυτονόητης επιβολής του νόμου; Και, επαρκούν οι αστυνομικές δυνάμεις της πόλης για την αντιμετώπιση των ακραία βίαιων αντιστάσεων που αναμένονται; (Να συνυπολογίσουμε εδώ και κάποιες γνωστές φωνές στο Κοινοβούλιο, που θα μιλούν για «αστυνομικό κράτος» και για κυβέρνηση που πορεύεται με γνώμονα το δόγμα «νόμος και τάξη».)

3. Όμως, τα προβλήματα της Αθήνας δεν περιορίζονται στη δράση ακραίων ομάδων με (ας τα ονομάσουμε έτσι) «πολιτικά» κίνητρα. Όσοι έχουμε την «κακή» συνήθεια να περπατούμε στο κέντρο της πόλης (ειδικά, σε μεγάλη ακτίνα γύρω από την πλατεία Ομονοίας) παρατηρούμε με αίσθημα δέους μία βαθιά πολιτισμική αλλοίωση του τοπίου. Και, δεν θα τολμούσα να θίξω την ιερή πολυπολιτισμικότητα αν το φαινόμενο δεν συνδεόταν άμεσα με ένα κλίμα γενικευμένης ανομίας. Χρήστες ουσιών παίρνουν ελεύθερα τη δόση τους μπροστά στα μάτια των διερχομένων, την οποία δόση αγόρασαν πριν λίγο από αλλοδαπούς εμπόρους που κάνουν χρυσές δουλειές στα πέριξ... Κλεφτρόνια με δεξιότητες ταχυδακτυλουργού είναι έτοιμα ανά πάσα στιγμή να σου ανοίξουν την τσάντα χωρίς καν να το πάρεις είδηση, ενώ άλλοι «επιχειρηματίες» πουλούν κλεμμένα κινητά σε τιμή ευκαιρίας... Αν είναι κάποιος «τυχερός», μπορεί ακόμα και να δει ανθρώπους να σφάζονται στη μέση του δρόμου! (Τα παραπάνω δεν μου τα αφηγήθηκαν, υπήρξα αυτόπτης μάρτυς τους – σε κάποιες περιπτώσεις, μάλιστα, και παρ’ ολίγον θύμα.) Ερώτηση: Υπάρχει σχέδιο για την αποκατάσταση της ομαλότητας στο κέντρο της πόλης, χωρίς να απειληθεί η ασφάλεια των κατοίκων και (ας το πούμε κι αυτό) η κατεστημένη, πλέον, πολυπολιτισμικότητα;

4. Μία από τις πλέον δυσάρεστες παρενέργειες της πολυπολιτισμικότητας είναι η κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας στη χώρα. Και δεν αναφέρομαι τόσο στον αριθμό των εγκλημάτων, όσο στα ποιοτικά χαρακτηριστικά τους. Ειδικά όταν τα θύματα είναι ηλικιωμένα και ανήμπορα άτομα που βασανίζονται απάνθρωπα – και συχνά δολοφονούνται με τρόπο άγριο – για την ευτελή λεία μερικών δεκάδων ευρώ. Υπάρχει σχέδιο πρόληψης της εγκληματικότητας, ή θα αρκούμαστε πάντα στην εκ των υστέρων ταυτοποίηση των δραστών (εδώ η αστυνομία έχει πράγματι να επιδείξει σημαντικές επιτυχίες);

5. Σε συνέχεια της προηγούμενης παρατήρησης θα πρέπει να πούμε ότι η Ελλάδα είναι – οφείλει να είναι – μία φιλόξενη χώρα. Ειδικά για εκείνους που καταφεύγουν εδώ για να σώσουν τις ζωές τους από τη φρίκη του πολέμου ή την απειλή τυραννικών καθεστώτων. Είναι αναγκαίο, λοιπόν, ένα πολύ προσεκτικό «φιλτράρισμα» όσων περνούν τα σύνορα της χώρας δηλώνοντας «πρόσφυγες» ή επιδιώκοντας να αποκτήσουν την ιδιότητα του μετανάστη. Ο τόπος πλήρωσε και εξακολουθεί να πληρώνει την αδυναμία ουσιαστικού ελέγχου στις μεταναστευτικές ροές, αφού ανάμεσα σε ανθρώπους με αγαθές προθέσεις παρεισφρέουν και κοινοί τυχοδιώκτες και σκληροί κακοποιοί που έρχονται με κίνητρο το εύκολο χρήμα (ακόμα κι αν χρειαστεί να το αρπάξουν βίαια), ενισχύοντας το οργανωμένο έγκλημα. Θα μπορέσει η νέα κυβέρνηση να ανακόψει την ανεξέλεγκτη είσοδο τέτοιων κακοποιών στοιχείων στη χώρα; Και, θα κατορθώσει τελικά να απαλείψει τις επιπτώσεις από την άφρονα και εθνικά επικίνδυνη «πολιτική ανοιχτών συνόρων» που με ιδεολογική συνέπεια εφάρμοσε το προηγούμενο σύστημα εξουσίας;

6. Οι προθέσεις ως προς την εξυγίανση του δημόσιου συστήματος Υγείας περιγράφονται με όμορφα λόγια που υποκρύπτουν θολά νοήματα. Ακούμε για το «πάντρεμα» του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα, σαν έναν εξασθενημένο οργανισμό που του χορηγείς βιταμίνες για να δυναμώσει. Ακούμε επίσης ότι τα έξοδα του «γάμου» δεν θα βαρύνουν τον πολίτη. Η τελευταία αυτή διαβεβαίωση, εν τούτοις, ηχεί πολύ καλή για να είναι αληθινή, και ευλόγως οι ασφαλισμένοι την υποδέχονται με έναν βαθμό δυσπιστίας. Ο λόγος είναι ότι, σε αντίθεση με το δημόσιο (με τις όποιες γνωστές παθογένειές του) ο ιδιωτικός τομέας δεν εμφορείται από αίσθημα επιτέλεσης λειτουργήματος: τα κίνητρά του είναι αμιγώς επαγγελματικά. Θα είναι πάντοτε σε θέση το δημόσιο να ανταποκρίνεται απόλυτα στις απαιτήσεις της συνεργασίας με τους ιδιώτες, ή θα αναγκαστεί κάποια στιγμή να στραφεί στους ασφαλισμένους; Και, αν τούτο συμβεί, υπάρχει ή όχι περίπτωση de facto δημιουργίας υπηρεσιών ασφάλισης δύο ταχυτήτων, όπου ποιοτική περίθαλψη θα απολαμβάνουν μόνο όσοι ασφαλισμένοι θα έχουν να πληρώσουν το «κάτι παραπάνω»; Αυτά τα ερωτήματα δεν θα θέτει η Αριστερά, τα θέτει η κοινή λογική!

7. Υπάρχει διάχυτη στην κοινωνία η εντύπωση ότι το λεγόμενο κοινωνικό κράτος δεν βρίσκεται ανάμεσα στους πρωταρχικούς οραματισμούς της παρούσας κυβέρνησης. Για την ακρίβεια, δεν είναι λίγοι εκείνοι που πιστεύουν ότι κορυφαία πρόσωπα της κυβέρνησης απεχθάνονται αυτή τούτη την ιδέα του κοινωνικού κράτους. Και, ειδικότερα, ελάχιστη ευαισθησία διαθέτουν για το ζήτημα της προστασίας της εργασίας. Όσο και αν η επίκληση του ονόματος «Πινοσέτ» από την Αριστερά θα μπορούσε, με βάση το πνεύμα του λόγου, να θεωρηθεί και ως υβριστική, το γεγονός παραμένει ότι ο δικτάτορας Πινοσέτ ήταν εκείνος που πρώτος πειραματίστηκε με τις ιδέες του οικονομικού φιλελευθερισμού στην ακραιφνή τους εκδοχή – την ίδια εκείνη εκδοχή που εκπροσωπεί η σχολή σκέψης στην οποία είναι ιδεολογικά ενταγμένος ο πρωθυπουργός. Όλα αυτά δημιουργούν εύλογες ανησυχίες σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού, το οποίο ζητά σαφείς απαντήσεις ως προς τις προθέσεις της κυβέρνησης σε θέματα κοινωνικής πολιτικής. Θα δοθούν;

Θα αρκεστούμε στα λίγα ερωτήματα που παραθέσαμε πιο πάνω. Άλλωστε, όπως αναφέραμε στην αρχή, η επιλογή τους είναι καθαρά ενδεικτική, δεν καλύπτει ολόκληρο το φάσμα των απαντήσεων που εξαρχής οφείλονται στην κοινωνία από την νέα κυβέρνηση. Σε κάθε περίπτωση, η συμβατότητα των διακηρυγμένων θέσεων με την πολιτική που θα ασκηθεί στη συνέχεια, θα κρίνει την συνέπεια της κυβέρνησης στο τέλος της τετραετίας.

Μικρές αποκλίσεις είναι φυσικό να συμβούν, στο βαθμό που κυβερνούν άνθρωποι και όχι ηλεκτρονικοί υπολογιστές. Μία μόνο ανθρώπινη αδυναμία είναι αδύνατο να γίνει αποδεκτή, και οι όποιες αποκλίσεις πολιτικής λόγω αυτής θα είναι καταδικαστικές για την κυβέρνηση στη συνείδηση της κοινωνίας: H αλαζονεία. Από την οποία χορτάσαμε τα τεσσεράμισι χρόνια που προηγήθηκαν. Έστω και αν – κακώς κατά τη γνώμη μου – στείλαμε στη Βουλή κάποιους κορυφαίους εκπροσώπους της με επιτηδευμένα ανορθόγραφα ονόματα...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2019

Χειρότερα δεν γίνεται: Όταν η τηλεόραση χάνει το μέτρο...


Το περιστατικό μού το μετέφερε αναγνώστρια, με την παράκληση να το δημοσιοποιήσω. Όχι για να εκτεθούν πρόσωπα (αυτό δεν ενδιαφέρει είτε εκείνη, είτε τον γράφοντα) αλλά για να εκτεθεί η ευκολία με την οποία ο δημόσιος λόγος – ιδιαίτερα ο εκφερόμενος από πανίσχυρα δημοσιογραφικά μικρόφωνα – χάνει κάποιες φορές το μέτρο. Και ελαφρά τη καρδία γίνεται εισαγγελικός κατασκευάζοντας «ενόχους» και «θύματα», ακόμα και με βάση παρωχημένες αντιλήψεις που έχουν προ πολλού χρεοκοπήσει στη συνείδηση μεγάλου μέρους της κοινωνίας.

Αποτέλεσμα είναι να θίγονται αδιακρίτως ανθρώπινες υπολήψεις και να πληγώνονται άνθρωποι που βιώνουν δύσκολες καταστάσεις στον προσωπικό και οικογενειακό τους χώρο. Ακόμα περισσότερο αν οι καταστάσεις αυτές αφορούν αγαπημένα πρόσωπα που διανύουν το τελευταίο στάδιο της ζωής τους...

Πριν απ’ όλα, το θεωρώ σκόπιμο να παραθέσω μερικά στοιχεία για την αναγνώστρια στην οποία αναφέρθηκα πιο πάνω. Η μητέρα της είναι τώρα στα ενενήντα. Εδώ και κάπου πέντε χρόνια παρουσίασε κινητικά προβλήματα στα κάτω άκρα, με αποτέλεσμα να της είναι αδύνατο να κυκλοφορεί χωρίς βοήθεια ακόμα και μέσα στο σπίτι. Η αναγνώστρια αναγκάστηκε να καταφύγει στη γνωστή λύση της μόνιμης οικιακής βοηθού – και, για να μην κρυβόμαστε, μιας αλλοδαπής βοηθού, αφού αυτή είναι πλέον η μόνη επιλογή που υφίσταται...

Από το σπίτι της μητέρας της παρέλασαν πολλές γυναίκες. Κάποιες έδειξαν καλά στοιχεία στην αρχή. Κατάφεραν έτσι να κερδίσουν την εμπιστοσύνη της ηλικιωμένης. Κάτι περισσότερο: της έγιναν απαραίτητες, κάνοντάς την να εξαρτηθεί απόλυτα από την παρουσία τους. Και ξαφνικά, ως κεραυνό εν αιθρία ανήγγειλαν την αποχώρησή τους, συνήθως «για σοβαρούς οικογενειακούς λόγους πίσω στην πατρίδα». Η αλήθεια ήταν ότι είχαν μαζέψει τα χρήματα που εξαρχής γνώριζαν ότι χρειάζονταν, και δεν είχαν εκείνη τη στιγμή την ανάγκη να εργαστούν περισσότερο. Αποτέλεσμα αυτής της απρόοπτης εξέλιξης ήταν η ηλικιωμένη να βιώνει αισθήματα ανασφάλειας («ποια θα έρθει τώρα; θα είναι το ίδιο καλή;») και να πέφτει σε κατάθλιψη...

Υπήρξαν και κάποιες που αποδείχθηκαν επικίνδυνα υποκοσμικά στοιχεία. Όπως μαθεύτηκε αργότερα, μία από αυτές «έμπαζε» τις νύχτες στο σπίτι της ηλικιωμένης ένα άτομο που, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, εκτελούσε χρέη προαγωγού της σε «δραστηριότητες» (κατ’ ανάγκη κοντά στο σπίτι) κατά τις συχνές – και αδικαιολόγητα παρατεταμένες – εξόδους της «για ψώνια»!

Όμως, κάποια στιγμή το πρόβλημα έπαψε να περιορίζεται στον χαρακτήρα των οικιακών βοηθών. Η υπέργηρη γυναίκα άρχισε να χρειάζεται συνεχή ιατρική παρακολούθηση και επίβλεψη από επαγγελματικό νοσηλευτικό προσωπικό. Η κόρη της βρέθηκε έτσι στην ανάγκη να εξετάσει τη λύση μίας μονάδας φροντίδας ηλικιωμένων. Ήταν μια εκδοχή που ως τότε δεν μπορούσε καν να σκεφτεί. Και ήταν η ίδια η μητέρα της, τελικά, που με πνεύμα ρεαλισμού και αίσθημα αποδοχής την βοήθησε να πάρει την δύσκολη απόφαση.

Το ευτύχημα ήταν ότι η ηλικιωμένη γυναίκα είχε μία σύνταξη που της επέτρεψε να εξασφαλίσει τις καλύτερες δυνατές συνθήκες διαβίωσης στην αξιοπρεπέστατη μονάδα. Και ευτύχημα επίσης ήταν το ότι προσαρμόστηκε σχετικά γρήγορα στα νέα δεδομένα της ζωής της.

Τα πράγματα δεν ήταν, εν τούτοις, το ίδιο ανώδυνα για την κόρη της, η οποία, και υπό το βάρος κοινωνικών στερεοτύπων που εξακολουθούν ως σήμερα να συνθέτουν συστήματα «ηθικής», άρχισε να βιώνει τυραννικά αισθήματα ενοχής απέναντι στη μητέρα της. Μάλιστα, εν είδει (συνειδητής ή όχι) «αυτοτιμωρίας», έφτασε στο σημείο να αρνείται κάθε χαρά της ζωής και να ζει κλεισμένη στο σπίτι σαν ερημίτισσα, επιτρέποντας στον εαυτό της ως μόνες εξόδους τις τακτικές επισκέψεις στη μονάδα.

Θα μπορούσα να πω ότι, κατά μία έννοια, η κόρη εγκλείστηκε αυτόβουλα στον κόσμο της μητέρας της ζώντας τη ζωή εκείνης – ή, τουλάχιστον, αυτό που η ίδια πρόβαλλε στη συνείδησή της ως ζωή της μητέρας της, των αναλογιών μη τηρουμένων!

Και φτάνω στον λόγο ύπαρξης αυτού του σημειώματος. Η αναγνώστρια είχε την ατυχία να έχει ανοιχτή την τηλεόραση την Κυριακή 23/6, χαζεύοντας μία εκπομπή την οποία δεν θεωρώ σκόπιμο να κατονομάσω. Κι εκεί άκουσε κάποια στιγμή την βασική παρουσιάστρια να λέει το εξής (όπως μου το μετέφερε η ίδια η αναγνώστρια, της οποίας την περιγραφή έχω κάθε λόγο να θεωρώ απόλυτα πιστή):

«Εγώ ξέρω ότι σε οίκο ευγηρίας πάνε ηλικιωμένοι που τους έχουν πετάξει τα παιδιά τους!»

Η παρουσιάστρια της εκπομπής είναι έμπειρη στον τηλεοπτικό χώρο, δεν είναι καινούργια στο επάγγελμα. Θα ανέμενε κανείς, λοιπόν, να ζυγίζει περισσότερο προσεκτικά και με μεγαλύτερη υπευθυνότητα τα λόγια της όταν αυτά θίγουν ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα. Ειδικά, μάλιστα, αν τα τελευταία αφορούν την ίδια την ανθρώπινη συνείδηση. Εκτός, φυσικά, αν υποθέσουμε ότι θεωρεί τους τηλεθεατές στο σύνολό τους ως ανάλγητους αμοραλιστές που έχουν ανάγκη από κάποιο μαζικό ηθικό ταρακούνημα! Αυτό, όμως, είναι μάλλον δύσκολο να το πιστέψω...

Μία άκριτη δημόσια τοποθέτηση όπως η παραπάνω είναι τόσο προσβλητική, όσο και επικίνδυνη. Εξηγούμαι:

Κατά πρώτον, προσβάλλει βάναυσα στο σύνολό τους εκείνους τους συνανθρώπους μας που, όπως η αναγνώστρια, βρίσκονται στην ανάγκη να υπερβούν κοινωνικά ταμπού – αλλά και να υπερνικήσουν προσωπικές προκαταλήψεις κι ενοχές – προκειμένου να εξασφαλίσουν στους αγαπημένους τους ηλικιωμένους την μέριμνα που μόνο ένα ειδικευμένο προσωπικό μπορεί να προσφέρει. Άλλωστε, η «ηθικολογική» εκδοχή της τηλεπαρουσιάστριας σε ό,τι αφορά τις προθέσεις είναι, εν τέλει, άτοπη, αφού ο οίκος ευγηρίας συνιστά την λιγότερο συμφέρουσα λύση για τα ίδια τα παιδιά. Ο λόγος είναι απλός: η «σύνταξη της γιαγιάς και του παππού» εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τις ανάγκες της γιαγιάς και του παππού. Για τίποτ’ άλλο πλέον δεν περισσεύει...

Κατά δεύτερον, θα πρέπει κάποιος να ενημερώσει την έμπειρη τηλεπαρουσιάστρια (αν δεν το γνωρίζει ήδη) ότι οι ηλικιωμένοι, και ιδιαίτερα όσοι είναι καθηλωμένοι λόγω κινητικών προβλημάτων, βλέπουν πολλή τηλεόραση καθημερινά (είναι η μόνη ψυχαγωγία που τους έχει απομείνει). Αναλογίζεται, άραγε, η καλή κυρία τις ψυχολογικές συνέπειες που είναι πιθανό να έχει επιφέρει ο λόγος της σε άτομα που φιλοξενούνται σε οίκους ευγηρίας, στην περίπτωση που αυτά έτυχε να «πληροφορηθούν» ότι βρίσκονται «πεταμένα» εκεί από τα παιδιά τους; Ευτυχώς η μητέρα της αναγνώστριας παρακολουθούσε ειδήσεις σε κάποιο άλλο κανάλι την Κυριακή στις 23 του Ιούνη...

Χειρότερα δεν γίνεται, λοιπόν, για την τηλεόραση, όταν αυτή υπερβαίνει τα όρια της υπεύθυνης ενημέρωσης αναλαμβάνοντας ρόλο αυτόκλητου κοινωνικού εισαγγελέα. Νομίζω ότι το λιγότερο που οφείλει τώρα το κανάλι είναι μία δημόσια συγγνώμη προς όλους εκείνους που ευλόγως αισθάνθηκαν θιγμένοι – ακόμα και πληγωμένοι – από το μειωτικό σχόλιο που ακούστηκε στο πρόγραμμά του.

Όσο για την τηλεπαρουσιάστρια, τι να πούμε... Τελικά, μία δημοφιλής ξανθόμαλλη ανταγωνίστριά της αποδεικνύεται περισσότερο σοβαρή και με μεγαλύτερη ενσυναίσθηση σε ό,τι αφορά ευαίσθητα κοινωνικά ζητήματα. Κι ας μην πλασάρει καν τον εαυτό της σαν «ποιοτική»...

Aixmi.gr  -  ΤΟ ΒΗΜΑ

Πέμπτη 20 Ιουνίου 2019

Ευκαιρία!

Είδα έναν πιτσιρικά να παίζει μπάλα σε μία αλάνα.

Τρομερό ταλέντο, και τσάμπα!

Λέω να εισηγηθώ στον "Τίγρη" για μεταγραφάρα!

Τρίτη 11 Ιουνίου 2019

ΤΟ ΒΗΜΑ - Ηθικά πλεονεκτήματα ή ηθικά μειονεκτήματα;


Παρά την εξ ανάγκης καταφυγή σε πρόωρες εκλογές, η λεγόμενη «ανανεωτική Αριστερά» πέτυχε κάτι εντυπωσιακό. Άσκησε απρόσκοπτα την εξουσία εν μέσω μνημονιακής λαίλαπας, έχοντας στο μεταξύ διαψεύσει τόσο τις ίδιες τις αριστερές αρχές (οι οποίες πάνω απ’ όλα καθιστούν την ευτέλεια του ακραίου λαϊκισμού ασύμβατη με το γενικότερο αριστερό ήθος) όσο και τις μεγαλόστομες διακηρύξεις και (ανεδαφικές, εν τέλει) υποσχέσεις με τις οποίες είχε αρχικά σαγηνεύσει την ελληνική κοινωνία.

Μία δημοφιλής ερμηνεία της ανεκτικότητας που επέδειξε η κοινωνία αυτή τα περισσότερα από τέσσερα χρόνια αριστερής διακυβέρνησης, κάνει αναφορά στο περίφημο «ηθικό πλεονέκτημα» το οποίο εξ ορισμού, υποτίθεται, φέρει ως αποκλειστικό προνόμιο η ελληνική Αριστερά. Μία ιδέα που η ίδια η Αριστερά προπαγάνδισε συστηματικά και διακίνησε αποτελεσματικά ώστε να εξασφαλίσει την κατά το δυνατόν καλόπιστη αντιμετώπισή της από τους πολίτες.

Η παραπάνω ιδέα σχετίζεται κατά κύριο λόγο με τα γεγονότα που συνέβησαν κατά την διάρκεια του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, καθώς και μετά από αυτόν. Αν, εν τούτοις, θέλουμε να είμαστε ακριβέστεροι, θα πρέπει να αναφερόμαστε όχι τόσο στο «ηθικό πλεονέκτημα» των ηττημένων του πολέμου, όσο στο «ηθικό μειονέκτημα» των νικητών. Είναι το δεύτερο που de facto στοιχειοθετεί το πρώτο! Και, για τις ανάγκες μίας ισόρροπης ανάλυσης, θα πρέπει εξίσου να εξετάσουμε και το ηθικό μειονέκτημα των ηττημένων. Αν μη τι άλλο, σε επίπεδο προθέσεων…

Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος τελείωσε επίσημα το 1945. Για την Ελλάδα το τέλος ήρθε λίγο νωρίτερα – οι τελευταίοι Γερμανοί έφυγαν τον Οκτώβριο του 1944. Λίγο αργότερα ήρθαν τα «Δεκεμβριανά», προανάκρουσμα του φοβερού εμφυλίου πολέμου που ακολούθησε.

Ο Εμφύλιος, κατά τους ιστορικούς, τελείωσε το 1949 με νίκη των δυνάμεων του «αστικού» κοινοβουλευτικού συστήματος (της «Δεξιάς», όπως συνήθως λέγεται) και ήττα των κομμουνιστικών δυνάμεων (της «Αριστεράς», αν και ο όρος έχει σημαντικά διευρυνθεί εννοιολογικά και πολιτικά από τότε).

Αυτά λένε τα επίσημα ιστορικά συγγράμματα. Γιατί, η εμπειρία λέει άλλα: πως ο Εμφύλιος στην πραγματικότητα δεν τέλειωσε ποτέ! Το αναλλοίωτο πολιτικό λεξιλόγιό του, το οποίο μένει ζωντανό σε πείσμα του χρόνου, το καταδεικνύει. Όπως και το άσβεστο μίσος που άφησαν ως παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές οι εμφυλιοπολεμικές παρατάξεις, οι αυτόκλητοι πολιτικοί κληρονόμοι των οποίων διεκδικούν – κάθε πλευρά για τον εαυτό της – το αποκλειστικό δικαίωμα στην επίκληση της «ηθικής ανωτερότητας».

Το να αναζητά κανείς ηθικά πλεονεκτήματα σε πολιτικούς χώρους που ενεπλάκησαν σε έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο (ακόμα περισσότερο, αν πρόκειται για εκείνον από τους αντιπάλους που φέρει και τη μεγαλύτερη ευθύνη για το ξεκίνημα της σφαγής) φαντάζει οξύμωρο. Όπως αναφέραμε πιο πάνω, το ερώτημα που θα έπρεπε να τίθεται είναι όχι αν η Δεξιά ή η Αριστερά δικαιούται να διεκδικεί το ηθικό πλεονέκτημα στη μετεμφυλιοπολεμική Ιστορία, αλλά σε ποια από τις δύο πλευρές θα πρέπει να χρεώνεται το μεγαλύτερο ηθικό μειονέκτημα! Γιατί, η ηθική ήταν το πρώτο και μεγαλύτερο θύμα του δικού μας εμφυλίου. Ο οποίος ουσιαστικά δεν ξεκίνησε το 1946 – ούτε καν με τα «Δεκεμβριανά» – αλλά πολύ νωρίτερα, μέσα στα σκοτεινά χρόνια της Κατοχής…

Η τιμημένη Εθνική Αντίσταση, πάνω στην οποία αργότερα χτίστηκαν πολιτικές καριέρες – και χάριν της οποίας χορηγήθηκαν εθνικές συντάξεις – δεν ήταν πάντα μία πράξη αυθόρμητου πατριωτισμού και ανιδιοτελούς αυταπάρνησης. Ας δούμε τι γράφει (*) ο έγκριτος Βρετανός ιστορικός και καθηγητής νεοελληνικής Ιστορίας, Richard Clogg, στον οποίο μόνο μεροληψία ή ανθελληνικότητα δεν μπορεί να χρεωθεί:

«Στο τέλος του Ιουνίου 1941, λίγες μέρες μετά την έναρξη της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα – της επίθεσης του Χίτλερ εναντίον της Ρωσίας – συνήλθε η 6η Ολομέλεια της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ για να καθορίσει τη γραμμή του κόμματος, τώρα που ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος είχε μετατραπεί σε μεγάλο πατριωτικό πόλεμο για την άμυνα της μητέρας Σοβιετικής Ρωσίας. Η 6η Ολομέλεια αποφάσισε ότι το ουσιαστικό καθήκον των Ελλήνων κομμουνιστών ήταν να οργανωθούν για την άμυνα της Σοβιετικής Ένωσης και για την αποτίναξη του ξένου φασιστικού ζυγού. Για να επιτύχει αυτός ο σκοπός, ο ελληνικός λαός κλήθηκε να προσχωρήσει στο Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο (ΕΑΜ), που δημιουργήθηκε τον Σεπτέμβριο του 1941. (…) Η προετοιμασία για την κατάληψη της εξουσίας μετά τον πόλεμο ήταν ένας εξίσου σημαντικός στόχος για τους κομμουνιστές, όσο και η αντίσταση ενάντια στον κατακτητή.»

Στον Εμφύλιο διαπράχθηκαν απίστευτες θηριωδίες και από τις δύο πλευρές και καταλύθηκε κάθε έννοια δικαιοσύνης, δημοκρατικού ήθους και ανθρώπινου πολιτισμού. Όμως, δεν πρέπει να παραβλέπεται το γεγονός ότι τον πόλεμο αυτό ξεκίνησε μία παράταξη που στόχο είχε να παραδώσει τη χώρα στην πιο στυγνή μορφή ολοκληρωτισμού που είχε γνωρίσει η ανθρωπότητα πριν καν ακόμα γνωρίσει την εφιαλτική βαρβαρότητα του ναζισμού. Το ότι τελικά δεν το πέτυχε (πράγμα που ούτως ή άλλως είχαν προδικάσει οι προηγηθείσες μυστικές συνεννοήσεις Τσώρτσιλ – Στάλιν για τις «σφαίρες επιρροής» στα Βαλκάνια) δεν αντανακλά απλά και μόνο το ιστορικό αποτέλεσμα ενός πολέμου αλλά αποτέλεσε, συμβολικά και ουσιαστικά, την αφετηρία μίας εντυπωσιακής αναγέννησης της χώρας. Για το αν οδηγήθηκε, τελικά, σε αποτυχία η «αστική» δημοκρατία, ασφαλώς δεν ευθύνεται το ίδιο το πολίτευμα αλλά ο τρόπος που το διαχειρίστηκαν οι πάντες, λαός και εξουσία…

Ας πάμε τώρα στους νικητές του Εμφυλίου. Έχουν καταρχήν κατηγορηθεί πως η στρατηγική τους έφερε την «ξενοκρατία» των Άγγλων και, στη συνέχεια, των Αμερικανών. Αν και αυτό είναι αληθές, αν το δούμε ψυχρά θα διαπιστώσουμε ότι αποτέλεσε αναγκαίο κακό. Ήταν αδύνατο να κερδίσει τον πόλεμο από μόνος του ένας αποδεκατισμένος τακτικός στρατός μιας κατεστραμμένης χώρας, ενάντια σε έναν «μπαρουτοκαπνισμένο» κι ετοιμοπόλεμο, καλά οργανωμένο και πειθαρχημένο, αλλά και σκληραγωγημένο σε αντίξοες φυσικές συνθήκες, ανταρτικό στρατό. Αν δεχθούμε ότι, για τη σωτηρία της χώρας από την ολοκληρωτική απειλή, ισχύει το δόγμα πως ο σκοπός αγιάζει τα μέσα, το ζήτημα της ξενοκρατίας θα πρέπει, τουλάχιστον για την ιστορική εκείνη περίοδο, να αποδαιμονοποιηθεί.

Όμως, υπάρχουν κάποια μέσα που δεν θα μπορούσαν να καθαγιαστούν, όσο ιερό και αν θεωρήσει κάποιος τον σκοπό. Για να φτάσει στη νίκη και, κυρίως, για να εδραιώσει στη συνέχεια την κυριαρχία της, η «αστική» παράταξη επιστράτευσε, μεταξύ άλλων, μερικά από τα χειρότερα κοινωνικά στοιχεία της περιόδου της Κατοχής, κάποιους που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή επειδή έβλεπαν τον κομμουνισμό σαν μεγαλύτερη απειλή από τον ναζισμό! Τα άτομα αυτά όχι μόνο συγχωρήθηκαν για τα εγκλήματά τους και γλίτωσαν από το εκτελεστικό απόσπασμα, αλλά συχνά βρέθηκαν να κατέχουν και σημαντικές θέσεις στον κρατικό μηχανισμό. Αντιγράφω και πάλι από τον Clogg:

«Μια από τις πιο απεχθείς πλευρές αυτής της νομοθεσίας ‘περί εκτάκτου ανάγκης’ ήταν η εμμονή σε ένα πιστοποιητικό πολιτικών φρονημάτων για την απόκτηση θέσης στο δημόσιο, για δίπλωμα οδηγού, για διαβατήριο και για την εισαγωγή στα Πανεπιστήμια. Αυτά τα πιστοποιητικά τα χορηγούσε η αστυνομία, που δημιούργησε ένα μεγάλο σύστημα φακέλων όπου ήταν καταγεγραμμένα τα πραγματικά ή υποτιθέμενα πολιτικά φρονήματα εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων. Μερικοί από τους υπεύθυνους για την εφαρμογή αυτού του καταπιεστικού συστήματος είχαν αμφίβολο παρελθόν συνεργασίας με τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια του πολέμου.»

Όμως, πέρα και πάνω απ’ όλα, το ήθος του νικητή κρίνεται από τη στάση του απέναντι στον ηττημένο. Τα στρατοδικεία, οι φυλακίσεις και οι εκτελέσεις, αλλά και το παρακράτος – χωροφύλακας που αφέθηκε να θεριέψει (κυρίως στην περιφέρεια), παραπέμπουν στις χειρότερες δικτατορίες που γνώρισε ο εικοστός αιώνας. Και η Μακρόνησος, αυτό το μικρό «ελληνικό Άουσβιτς», θα συμβολίζει πάντα την οριστική απώλεια του δικαιώματος της Δεξιάς να επικαλείται ένα κάποιο δικό της «ηθικό πλεονέκτημα» μετά τον Εμφύλιο. Η πρόσφατη απομάκρυνση από τους κόλπους της σύγχρονης δεξιάς παράταξης, κάποιων αμετανόητων απογόνων των βασανιστών του ιστορικού εκείνου κολαστηρίου, σίγουρα καταγράφεται ως θετικό δείγμα γραφής για τον πολιτικό αυτό χώρο…

Εν κατακλείδι, το ερώτημα που θα πρέπει να τίθεται δεν είναι το ποιος έχει το ηθικό πλεονέκτημα σε έναν εμφύλιο που ως τα σήμερα (έστω με άλλους τρόπους) καλά κρατεί, αλλά το ποιος θα πρέπει, τελικά, να χρεώνεται το μεγαλύτερο ηθικό μειονέκτημα. Θα απογοητεύσω, ίσως, τον αναγνώστη μη δίνοντας απάντηση στο ερώτημα αυτό. Ομολογώ όμως πως ούτε κι εγώ την έχω βρει ακόμα…

(*) Richard Clogg, “A Short History of Modern Greece” (Cambridge University Press, 1979). Ελληνική έκδοση: «Σύντομη Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας» (Εκδόσεις Καρδαμίτσα, 1984).

ΤΟ ΒΗΜΑ