Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 2015

ΤΟ ΒΗΜΑ - Σεξισμός και διαχείριση της διαφορετικότητας

Πάω πολλά χρόνια πίσω... Ένας συμφοιτητής και καλός φίλος από την παρέα τα «είχε φτιάξει» με μια κοπέλα μικρότερης ηλικίας. Καταπιεσμένοι κι οι δύο από τις συντηρητικές οικογένειές τους, βρήκαν έναν τρόπο να βγάλουν το άχτι τους στον γενικό συντηρητισμό της εποχής: Επέλεγαν τα δημόσια μέσα μεταφοράς ως τον πλέον δόκιμο χώρο για να εκφράσουν το «πάθος τους» με μακρόσυρτα φιλιά και περιπαθείς (στα όρια του επιτρεπτού) περιπτύξεις.

Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι, όπως ομολογούσε ο φίλος, απολάμβαναν και οι δύο τα ενοχλημένα βλέμματα των υπόλοιπων επιβατών. Θα έλεγε κανείς πως, με τον τρόπο τους, τιμωρούσαν την κοινωνία για την έλλειψη ανοχής απέναντι στη δημόσια έκθεση διαπροσωπικών καταστάσεων που, από τη φύση τους, θα έπρεπε – κατά την κοινωνία πάντα – να εκφράζονται με την δέουσα ιδιωτικότητα.

Σήμερα, τα όρια ανοχής έχουν διευρυνθεί σημαντικά. Τόσο ώστε η απροκάλυπτη εκδήλωση ερωτικών διαθέσεων σε κοινή θέα να μην είναι, πλέον, τρόπος αντίδρασης αλλά αποτέλεσμα ενσυνείδητης παραίτησης από το δικαίωμα στην ιδιωτικότητα. Μια παραίτηση που γίνεται ελαφρά τη καρδία, βέβαια, με δεδομένη την ευκολία με την οποία ο σύγχρονος άνθρωπος ακυρώνει το περιβάλλον του στεγανοποιώντας επιλεκτικά τη συνείδησή του...

Μια νέα πρόκληση, όμως, έρχεται να θέσει και πάλι σε δοκιμασία την κοινωνική ανεκτικότητα απέναντι στην απο-ιδιωτικοποίηση των ερωτικών σχέσεων. Τούτη τη φορά, μάλιστα, ο πήχης στέκει ψηλότερα, αφού ένα μεγάλο τμήμα της κοινωνίας καλείται να συμφιλιωθεί με την εικόνα ανοικτής έκφρασης ερωτικών αισθημάτων ανάμεσα σε ομόφυλα άτομα. Κάποιοι θα χαρακτήριζαν τον μη-δυνάμενο να συμφιλιωθεί ως απλά συντηρητικό. Πολλοί, εν τούτοις, θα έσπευδαν να του κολλήσουν μια ακόμα χειρότερη ετικέτα: αυτή του «ρατσιστή». Ή, εν προκειμένω, του «σεξιστή».

Στη χώρα μας υπάρχουν πλέον νόμοι που προστατεύουν και διασφαλίζουν το δικαίωμα στη διαφορετικότητα. Θα έπρεπε, ίσως, να υπήρχαν και νόμοι που να προστατεύουν το δικαίωμα της ένστασης για τη διαχείριση της διαφορετικότητας από τους ίδιους τους φορείς της! Προϋπόθεση: Ο τρόπος έκφρασης της διαφωνίας να μην προσβάλλει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και να μην περιλαμβάνει ή υποκινεί συμπεριφορές που θα μπορούσαν αντικειμενικά να χαρακτηριστούν ως ρατσιστικές [1,2].

Αν το ζητούμενο για την κοινωνία είναι η αποκατάσταση της ισότητας και η δίκαιη κατανομή της ελευθερίας, τότε θα πρέπει να γίνει αποδεκτή από όλους η αμφίδρομη ισχύς ενός κοινωνικού δικαιώματος. Συγκεκριμένα, αν κάποιος διεκδικεί την απόλυτη ελευθερία στη δημόσια έκθεση προσωπικών του ιδιαιτεροτήτων, τότε και κάποιος άλλος μπορεί εξίσου να αξιώσει την ελευθερία στην έκφραση απαρέσκειας για συμπεριφορές προ των οποίων τίθεται και οι οποίες (για τους όποιους λόγους) τον ενοχλούν.

Για παράδειγμα, έχω δικαίωμα να αλλάξω θέση στο λεωφορείο αν πλάι μου τεκταίνεται κάτι που δεν είναι συμβατό με την προσωπική μου αισθητική, χωρίς καν να υποχρεούμαι να υποκριθώ, π.χ., ότι με ενοχλεί ο ήλιος ή ότι πρόκειται να κατέβω στην επόμενη στάση. Το ίδιο σε έναν κινηματογράφο, ακόμα και μέσα στο χώρο του Κοινοβουλίου! Όπως δικαιούμαι, εν γένει, να εκφράζω δημόσια τις αντιρρήσεις μου για μια κοινωνική συμπεριφορά με την οποία δεν συμφωνώ, αρκεί βέβαια να μην παραβιάζω τις αυτονόητες προϋποθέσεις σεβασμού της προσωπικότητας που τέθηκαν πιο πάνω.

Η (ρητορική ή έμπρακτη) ένστασή μου αυτή δεν μπορεί να θεωρηθεί ρατσιστική, αφού ο ρατσισμός αφορά χαρακτηριστικά τα οποία δεν είναι αποτέλεσμα ελεύθερης επιλογής εκείνου που τα φέρει. Και η δημόσια συμπεριφορά είναι θέμα επιλογής του καθενός μας!

Έτσι, όσο ηθικά και νομικά καταδικαστέα είναι η πράξη της εξύβρισης ενός ανθρώπου λόγω των σεξουαλικών του προσανατολισμών, άλλο τόσο καταδικαστέα (θα πρέπει να) είναι η άκριτη επικόλληση υβριστικών ετικετών όπως «ρατσιστής», «σεξιστής» ή «φασίστας» σε όποιον τολμά να εκφράζει με τη δέουσα ευπρέπεια την αντίθεσή του στον τρόπο προβολής των ερωτικών ιδιαιτεροτήτων από τους φορείς τους.

Προς αποφυγή τυχόν παρεξηγήσεων, τονίζω ότι η επίλυση ενός χρονίζοντος νομικού προβλήματος με άμεσες κοινωνικές συνέπειες είναι κάτι που ασφαλώς οφείλουμε όλοι να χαιρετίσουμε. Οι θριαμβολογίες, όμως, όπως και κάποιες άκομψες προκλήσεις εκ μέρους των δικαιωθέντων, αποδυναμώνουν τις προοπτικές καθολικής αποδοχής των θέσεών τους και, εν τέλει, συμβάλλουν στη δημιουργία ενός ακόμα διχασμού στην κοινωνία.

Εκτός, βέβαια, αν η πρόκληση καθαυτή είναι το ζητούμενο, εν είδει τιμωρίας σε μια κοινωνία που δυσκολεύεται να αποδεχθεί και να ενσωματώσει κάποιες μορφές διαφορετικότητας. Κάτι σαν τα μάλλον συμπλεγματικά κίνητρα της ανώριμης συμπεριφοράς των φίλων των φοιτητικών χρόνων...

Αναφορές:

[1] Ρατσισμός: Εννοιολογική προσέγγιση μιας ετικέτας

http://www.tovima.gr/opinions/useropinions/article/?aid=499930

[2] A conceptual approach to racism

http://www.tovima.gr/en/article/?aid=574458

ΤΟ ΒΗΜΑ

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015

ΤΟ ΒΗΜΑ - Εκπαίδευση και σύγχρονος πραγματισμός

«Η εθνική στρατηγική για την εκπαίδευση και τη διά βίου μάθηση, ενσωματώνοντας τη Στρατηγική της Λισσαβόνας, δίνει έμφαση στην ποιότητα σε όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης, με τη δημιουργία ενός εκπαιδευτικού συστήματος που θα στοχεύει στη διαμόρφωση ολοκληρωμένων προσωπικοτήτων, με ικανότητα ανταπόκρισης στις απαιτήσεις του σύγχρονου κοινωνικού και οικονομικού περιβάλλοντος.

Αναγκαία προϋπόθεση είναι η βελτίωση της ποιότητας και της ανταπόκρισης του εκπαιδευτικού συστήματος στις ανάγκες της αγοράς εργασίας και η εξοικείωση μαθητών, σπουδαστών και φοιτητών με αυτές.»

(Σχετικά παλιό – πλην πάντα επίκαιρο στην ουσία του – κείμενο από επίσημη κρατική ιστοσελίδα με θέμα «Εκπαίδευση και Αγορά Εργασίας».)

Είμαι ο τελευταίος που θα αμφισβητούσε τις καλές προθέσεις του συντάκτη κειμένων όπως το παραπάνω (το επέλεξα τυχαία). Ομολογώ, εν τούτοις, ότι δυσκολεύομαι να συσχετίσω απόλυτα και μονοσήμαντα τη διαμόρφωση ολοκληρωμένης προσωπικότητας με την ικανότητα ανταπόκρισης σε ένα οικονομικό περιβάλλον ή στις ανάγκες της αγοράς εργασίας. Εκτός, φυσικά, αν η έκφραση «ολοκληρωμένη προσωπικότητα» έπαψε να έχει το πλάτος και το βάθος που διαχρονικά της έχει αποδοθεί!

Γενικά μιλώντας, η σύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ προϋπόθεση επιβίωσης. Κι αυτό είναι δεδομένο που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση. Υπάρχουν όμως και κάποιοι εκπαιδευτικοί (ας τους χαρακτηρίσουμε, αν θέλετε, «αιθεροβάμονες») που εξακολουθούν να βλέπουν την εκπαίδευση μέσα από το ιδεαλιστικό πρίσμα της διαμόρφωσης χαρακτήρων. Γι’ αυτούς η ζωή είναι κάτι πολύ μεγαλύτερο από την επιβίωση και η μόρφωση οφείλει να στοχεύει σε ιδανικά πολύ υψηλότερα από μια επαγγελματική καταξίωση.

Επειδή, λοιπόν – για να χρησιμοποιήσω μια δημοφιλή έκφραση – και οι εκπαιδευτικοί αυτοί έχουν ψυχή (καθώς και δικαίωμα άποψης και λόγου), θα ήθελα να μοιραστώ κάποιες «αιρετικές» σκέψεις τους με τον αναγνώστη, δίχως, ασφαλώς, να διεκδικώ τη συμφωνία του με αυτές.

Σημειώνω καταρχήν ότι τον όρο «αγορά» θα τον χρησιμοποιήσουμε εδώ με κάπως γενικότερη σημασία: Εννοούμε ένα σύστημα προσφοράς και ζήτησης κοστολογούμενων αγαθών (προϊόντων ή υπηρεσιών) η αξία των οποίων διαμορφώνεται στο πλαίσιο του συστήματος μέσω του συσχετισμού της προσφοράς με τη ζήτηση. Με βάση αυτό τον αυτοματισμό, π.χ., καθορίζεται η τιμή ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, καθώς και ο αριθμός των ατόμων που θα προσληφθούν για να καλύψουν μια συγκεκριμένη ανάγκη, κοινωνική ή ιδιωτική.

Από την έναρξη της οικονομικής κρίσης έχει αναπτυχθεί μια κλιμακούμενη αντίληψη σύμφωνα με την οποία πρωταρχικός (αν όχι μοναδικός) σκοπός της εκπαίδευσης είναι η προετοιμασία ενός νέου ανθρώπου για ένταξή του στην αγορά. Αναντίρρητα, η αγορά (με τη γενικότερη δυνατή σημασία του όρου) είναι ο στίβος όπου ο νέος θα αναζητήσει την ευκαιρία για την εξασφάλιση αξιοπρεπούς ζωής και – γιατί όχι; – κοινωνικής καταξίωσης. Το ζήτημα είναι κατά πόσον η εκπαίδευση, ως κορυφαία διαχρονική αξία, θα πρέπει να περιορίσει το ρόλο της στην υπηρέτηση αυτών και μόνο των στόχων, με δεδομένο ότι η επιβίωση είναι αναγκαία προϋπόθεση αλλά όχι επαρκής συνθήκη για μια ολοκληρωμένη ζωή. Και η επίτευξη αυτής της ολοκλήρωσης υπήρξε πάντα η βασική αποστολή της εκπαίδευσης.

Ας φανταστούμε ένα ακραίο σενάριο: μια κοινωνία όπου το εκπαιδευτικό σύστημα είναι προσανατολισμένο αποκλειστικά στις ανάγκες της αγοράς. Ο άνθρωπος – μονάδα αντικαθίσταται βαθμιαία από τον άνθρωπο – εξάρτημα του συστήματος. Η ανθρώπινη μοναδικότητα, δηλαδή, υποκαθίσταται από την ανθρώπινη λειτουργικότητα στο πλαίσιο ενός προκαθορισμένου συστήματος αξιών με το οποίο ο άνθρωπος καλείται να είναι (ή να γίνει) συμβατός προκειμένου να επιβιώσει.

Η μοναδικότητα τείνει έτσι να γίνει αναλώσιμο είδος. Για παράδειγμα, μια ηλεκτρική συσκευή μπορεί να είναι μοναδική στο είδος της σε ένα σπίτι, αν όμως πάψει να λειτουργεί αντικαθίσταται από άλλη παρόμοια. Το ίδιο, κατ’ αναλογία, κι ένας οποιοσδήποτε επαγγελματίας μέσα στο απρόσωπο, ισοπεδωτικό χωνευτήρι της αγοράς σε αυτή την υποθετική κοινωνία. Ακόμα κι αν πρόκειται για έναν εκπαιδευτικό που είναι επιφορτισμένος με το έργο της διαχείρισης ανθρώπινων ψυχών...

Επιστρέφοντας στον κόσμο του πραγματικού, θεωρώ αναγκαίο να θέσω μερικά ερωτήματα (ελπίζοντας ότι δεν θα αξιολογηθούν ως ρητορικά από τον αναγνώστη) στα οποία οφείλουμε οι εκπαιδευτικοί να δώσουμε πειστικές απαντήσεις:

- Στο πλαίσιο του λειτουργήματός μας, διδάσκουμε στον μαθητή το «γιατί», ή μήπως περιοριζόμαστε όλο και περισσότερο στο «πώς»; Αναδεικνύουμε την αξία της γνώσης για τη γνώση με στόχο και μόνο τη διεύρυνση των πνευματικών οριζόντων και την εσωτερική καλλιέργεια; Ενθαρρύνουμε την ανάπτυξη κριτικής σκέψης σε βάρος της απομνημόνευσης;

- Αφήνουμε περιθώρια στον μαθητή να αναδείξει και να αναπτύξει ιδιαίτερα προσωπικά χαρίσματα τα οποία δεν προορίζονται να εξυπηρετήσουν τη μελλοντική σχέση του με την αγορά, άρα σχετίζονται γενικότερα με τη ζωή και όχι στενά με την επιβίωση; Τον ενθαρρύνουμε να ανακαλύψει μέσα του αρετές που δεν κοστολογούνται, άρα δεν αγοράζονται ή πουλιούνται;

- Στην αποτίμηση του ρόλου μας ως δασκάλων, υφίσταται ακόμα η ανάπτυξη αυτογνωσίας ως κορυφαία αποστολή της εκπαίδευσης (κατά Σωκράτη), ή ο όρος κατάντησε να σημαίνει την ανακάλυψη δεξιοτήτων που θα καταστήσουν τον αυριανό πολίτη χρήσιμο (αν και ενδεχομένως αναλώσιμο) εξάρτημα του συστήματος της αγοράς;

- Εξηγούμε στον μαθητή ότι υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα στο επάγγελμα και στο λειτούργημα (με τη σημασία της υψηλής κοινωνικής προσφοράς), έτσι ώστε όταν τα δύο συνυπάρχουν, το πρώτο να μην επισκιάζει κι εν τέλει καταργεί το δεύτερο;

- Και, τέλος, διδάσκουμε την αλληλεγγύη σαν αντίρροπη δύναμη στον ανταγωνισμό και σαν απαραίτητο συνεκτικό στοιχείο κάθε ανθρώπινης κοινωνίας;

Με βάση τις απαντήσεις μας σε ερωτήματα όπως τα παραπάνω, θα μπορέσουμε να αξιολογήσουμε το επίπεδο της προσφοράς μας στο λειτούργημα της εκπαίδευσης. Θα μπορέσουμε να διαγνώσουμε αν επάξια φέρουμε τον τίτλο του δασκάλου, ή αν θα πρέπει ενδεχομένως να περιοριστούμε, π.χ., σε αυτόν του καθηγητή. Αν είμαστε ταγμένοι στην αποστολή της διαμόρφωσης ανθρώπινης συνειδητότητας, ή αν απλά λειτουργούμε ως χορηγοί πληροφορίας σε ανθρώπινους αποθηκευτικούς χώρους με στόχο την παραγωγή χρήσιμων μελλοντικών εργαλείων σε ένα σύστημα που καταπίνει την ατομικότητα.

Μου είναι εύκολο τη στιγμή αυτή να μαντέψω τις πιθανές ενστάσεις του πραγματιστή αναγνώστη. Όμως, όπως είπαμε νωρίτερα, και οι «αιθεροβάμονες» δικαιούνται μια θέση στον ήλιο στους καιρούς της κρίσης. Ιδιαίτερα στο χώρο της εκπαίδευσης – ποιος ξέρει; – ίσως κάποια μέρα αποδειχθούν ακόμα και χρήσιμοι. Εκ των υστέρων, φοβάμαι...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

Ίλιγγος (1963)

Μαζί με την "Ιστορία μιας ζωής", ίσως η κορυφαία ταινία της "κλασικής" (ασπρόμαυρης) δημιουργικής περιόδου του Γιάννη Δαλιανίδη, κι ένα από τα καλύτερα soundtracks του Μίμη Πλέσσα! Ύστερα ήρθε "Η Παριζιάνα". Και όλα τέλειωσαν...


Πέμπτη 17 Δεκεμβρίου 2015

ΤΟ ΒΗΜΑ - Το «Τέταρτο Ράιχ» δεν μιλά γερμανικά...

Χονδρικά μιλώντας, υπάρχουν δύο τρόποι για να εξοντώσει κάποιος έναν ανθρώπινο οργανισμό. Ο άμεσος και γρήγορος τρόπος είναι μέσω βίαιης προσβολής με κάποιο εξωγενές αντικείμενο, όπως π.χ. μια σφαίρα που διαπερνά το σώμα και πλήττει ζωτικά όργανα. Ο δεύτερος τρόπος είναι πιο αργός και πιο ύπουλος: Ένας δύσκολα ανιχνεύσιμος παθογόνος παράγοντας (π.χ., ένας μικροοργανισμός) εισάγεται σε κάποιο σημείο του σώματος. Σιγά - σιγά προσβάλλει όλο και περισσότερα σημεία, έως ότου γίνει νόσος που εξαπλώνεται σε όλο το σώμα και δύσκολα, πια, θεραπεύεται.

Φυσικά, και στις δύο περιπτώσεις υπάρχουν περιθώρια σωτηρίας για τον οργανισμό. Αν η σφαίρα δεν πλήξει ανεπανόρθωτα κάποιο ζωτικό όργανο, μπορεί να αφαιρεθεί με χειρουργική επέμβαση. Επίσης, ο παθογόνος παράγοντας μπορεί να αντιμετωπιστεί και να εξαλειφθεί με κατάλληλα φαρμακευτικά σκευάσματα αν ανιχνευθεί έγκαιρα. Και το «έγκαιρα» είναι, εν προκειμένω, η λέξη - κλειδί για τη σωτηρία...

Παρόμοιες σκέψεις θα μπορούσε κάποιος να διατυπώσει στην περίπτωση που ο «οργανισμός» συμβολίζει μια χώρα, μια ήπειρο, ή ακόμα και ολόκληρη την ανθρωπότητα. Οι Ναζί κατήγαγαν τους αρχικούς θριάμβους τους με την τακτική του «κεραυνοβόλου πολέμου» (Blitzkrieg). Ήταν σαν να σκοτώνεις το απροετοίμαστο (αν και όχι πάντα ανυποψίαστο) θύμα με μια σφαίρα, αιφνιδιαστικά, γρήγορα και αποτελεσματικά. Ευτυχώς για την ανθρωπότητα, η «σφαίρα» απομακρύνθηκε κι εξουδετερώθηκε έγκαιρα, πριν προκαλέσει τον θάνατο στις ίδιες τις αξίες της ελευθερίας, της δημοκρατίας και του ανθρωπισμού.

Βέβαια, η τακτική του κεραυνοβόλου πολέμου προϋποθέτει υπεροπλία του επιτιθέμενου σε σχέση με τον αντίπαλο, μια συνθήκη που ασφαλώς πληρούσε η παντοδύναμη, τότε, πολεμική μηχανή του Τρίτου Ράιχ συγκρινόμενη με τις αμυντικές δυνατότητες των χωρών που κατακτήθηκαν. Σήμερα η Αμερική παραμένει ισχυρή, ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση έρχεται κι αυτή να θεραπεύσει τις αντιπαλότητες – και σε κρίσιμες περιόδους εχθρότητες – που προκάλεσε στο παρελθόν ο κατακερματισμός της ηπείρου σε κρατικές οντότητες με αντίπαλα συμφέροντα και εθνικά οράματα. Έναν τέτοιο κόσμο δύσκολα θα κατακτούσε ένας εξωτερικός εχθρός διεξάγοντας ορθόδοξο πόλεμο. Εν τούτοις, μια ύπουλη «νόσος» θα μπορούσε ίσως να διαβρώσει και τελικά να καταστρέψει τον κόσμο αυτό εκ των έσω...

Το «Τέταρτο Ράιχ» του αιώνα που διανύουμε – μια νέα απειλή για ολόκληρο τον Δυτικό κόσμο – δεν μιλά πλέον γερμανικά, παρά τις περί του αντιθέτου πεποιθήσεις των εκπροσώπων της σύγχρονης αντιμνημονιακής διανόησης. Ασπάζεται εξίσου τον δολοφονικό ρατσισμό του Ναζισμού, μόνο που τα κριτήρια αξιολόγησης και διαχωρισμού είναι διαφορετικά: τη θέση της ράτσας παίρνει τώρα η θρησκευτική πίστη. Ως «Άριοι» λογίζονται εκείνοι που είναι πρόθυμοι ακόμα και να θυσιαστούν στο όνομα του «ενός και μοναδικού θεού» και του προφήτη του. Για τους «άπιστους», η μόνη δίκαιη τιμωρία είναι ο αφανισμός.

Και, καθώς έσβησε πια προ πολλού η φωτιά στα κρεματόρια των στρατοπέδων συγκέντρωσης, δεν μένει παρά η φωτιά των εκρηκτικών. Ακόμα και σε χώρους όπου ανυποψίαστοι πολίτες συναθροίζονται για τις καθημερινές τους δραστηριότητες, όπως π.χ. στα μέσα μαζικής μεταφοράς. Επειδή, μάλιστα, ο τρόπος ψυχαγωγίας των «απίστων» δεν συνάδει με τις ιερές επιταγές της θρησκείας, οι χώροι ομαδικής διασκέδασης φαντάζουν κι αυτοί σαν ιδανικά σφαγεία για την εκτέλεση της θανατικής ποινής. Τα υποψήφια θύματα δεν είναι πλέον μόνο – ούτε καν κυρίως – Εβραίοι...

Όπως μας δίδαξε η εμπειρία πρόσφατων τραγικών περιστατικών στην Ευρώπη αλλά και στην Αμερική, οι πρόθυμοι «μάρτυρες» του θρησκευτικού φονταμενταλισμού δεν είναι απαραίτητα εισαγόμενο είδος. Αντίθετα, σε όχι λίγες περιπτώσεις είναι γέννημα - θρέμμα του τόπου ενάντια στον οποίο έχει μεθοδικά και συστηματικά καλλιεργηθεί το πολιτιστικό μίσος τους, και προς τον οποίο στρέφεται το δολοφονικό τους μένος. Νέα παιδιά που θα μπορούσαν να αποτελέσουν υγιή κύτταρα μιας κοινωνίας, είναι πρόθυμα να θυσιάσουν τις ζωές τους για ένα ιδανικό που δογματικά θεωρεί τη διαφορετικότητα ως αιτία μαζικού αφανισμού. Ακόμα κι αν η περίοδος του ναζισμού μας έχει κάπως εξοικειώσει με αυτή τη γενική ιδέα, δεν παύουν οι συσχετισμοί να προκαλούν ανατριχίλα...

Πώς θα μπορούσε να αναχαιτιστεί αυτή η επιχειρούμενη εκ των έσω διάβρωση και συνακόλουθη καταστροφή των Δυτικών κοινωνιών από τη μάστιγα του θρησκευτικού φανατισμού και του απορρέοντος από αυτόν πολιτιστικού μίσους; Δεν ανήκω στους ειδικούς που θα μπορούσαν να προτείνουν αποτελεσματικούς τρόπους αντιμετώπισης αυτής της παγκόσμιας απειλής. Το σημείο εκκίνησης, όμως, είναι αυτονόητο: Δεν μπορείς να εξοντώσεις έναν αντίπαλο σέρνοντας διαρκώς στους ώμους σου το βάρος της (δίκαιης ή όχι) ενοχής για την ύπαρξή του! Ο πολιτισμένος κόσμος (αδιάφορο αν κάποιοι ειρωνεύονται και αμφισβητούν τον επιθετικό προσδιορισμό) πρέπει, επιτέλους, να ξεπεράσει τα ενοχικά του σύνδρομα για τις αφετηρίες του κακού και να ενώσει τις δυνάμεις του για την εξάλειψη του νέου αυτού δολοφονικού ρατσισμού.

Και, για να μην παρερμηνευθούν οι θέσεις του γράφοντος: Μιλώ για την εξάλειψη της δυνατότητας μετεξέλιξης μιας ακραίας ιδεολογίας σε κοινωνική και πολιτική απειλή, όχι για την εξόντωση ανθρώπων! Ένα πολιτισμένο κοινωνικό σύστημα διαπαιδαγωγεί και διαμορφώνει συνειδήσεις πολύ πριν φτάσει στο σημείο να αμυνθεί σκοτώνοντας εκείνους που απέτυχε να ενσωματώσει.

Αρκεί, βέβαια, η διαπαιδαγώγηση αυτή (μέσω, κυρίως, της εκπαίδευσης) να κατορθώσει να κλείσει τον κύκλο της έγκαιρα, προτού η εύπλαστη συνειδητότητα ενός νέου ανθρώπου μετατραπεί σε άκαμπτο δογματισμό ενός φανατικού. Γιατί τότε δεν θα υπάρχει γυρισμός...

ΤΟ ΒΗΜΑ

Πέμπτη 10 Δεκεμβρίου 2015

Πόσο «ρατσιστικός» είναι ο φόβος;

Το περιστατικό είναι πρόσφατο και μου το διηγήθηκε αξιόπιστη πηγή που το βίωσε προσωπικά:

Γραμμή 2 του Μετρό, από Δάφνη προς Αθήνα. Στη στάση του Νέου Κόσμου μπαίνουν στο βαγόνι δύο άτομα, αλλοδαποί. Από τα φυσικά τους χαρακτηριστικά, την εν γένει παρουσία τους και την ομιλία τους, είναι εμφανής η προέλευσή τους και υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να μαντέψει κάποιος σωστά το θρήσκευμά τους.

Η συμπεριφορά τους είναι αφύσικη, για να μην πω ύποπτη. Μιλούν τόσο δυνατά που ακούγονται ευκρινώς στα γειτονικά βαγόνια. Ο τόνος της φωνής τους, αλλά και το βλέμμα τους, αποπνέουν θυμό και προκαλούν φόβο. Κάθε λίγο κάνουν μια κίνηση με τα χέρια τους, σαν να αναζητούν κάτι μέσα από τα τζάκετ τους. Οι επιβάτες έχουν παγώσει: τα γεγονότα στο Παρίσι είναι πρόσφατα. Κάποιοι σπεύδουν να κατέβουν, πανικόβλητοι, στην επόμενη στάση, που δεν είναι η στάση τους…

Αυτό που έκανε εντύπωση στη (σχετικά ψύχραιμη) πηγή που μου μετέφερε το περιστατικό, ήταν το εξής: Τα δύο άτομα, όχι μόνο δεν έδειξαν να ενοχλούνται από τα έντρομα βλέμματα των επιβατών, αλλά αντίθετα φάνηκε να τα διασκεδάζουν ιδιαίτερα. Θα έλεγε κανείς πως στόχος τους ήταν ακριβώς να ενσπείρουν τον τρόμο!

Θυμάμαι κάποιες εποχές, όχι πολύ μακρινές, τότε που η ανέμελα οργισμένη ρητορεία της μελλούμενης να κυβερνήσει Αριστεράς βάφτιζε «ρατσιστή» όποιον απλά τολμούσε να δηλώσει Έλληνας. Ακόμα χειρότερα, δαιμονοποιούσε το φυσικό ανακλαστικό του φόβου – σαν αυτόν που βίωσαν οι επιβάτες στο βαγόνι του Μετρό – ταυτίζοντας την ξενοφοβία με τον ρατσισμό (μια εννοιολογική σύγχυση στην οποία, δυστυχώς, υπέπεσαν ακόμα και συντάκτες νόμων…).

Τη «νύφη» την είχε πληρώσει, τότε, και η ποιήτρια Κική Δημουλά, όταν τόλμησε να ομολογήσει πως η ανεξέλεγκτη συσσώρευση (παράνομων, κυρίως) μεταναστών στη γειτονιά της, με την συνακόλουθη, κατακόρυφη αύξηση της εγκληματικότητας εκεί, την έκαναν να φοβάται να βγει από το σπίτι της. Ο «προοδευτικός» τύπος και τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης έφτασαν τότε να μιλήσουν ακόμα και για «ρατσιστικό και ξενοφοβικό παραλήρημα» της ποιήτριας!

Στο σημείο αυτό, θα ήθελα να μεταφέρω στο αναγνωστικό κοινό τού Aixmi.gr κάποιες σκέψεις που δημοσίευσα στο «Βήμα» της 8-5-2013, σε μια απόπειρα αξιακής και εννοιολογικής τακτοποίησης με στόχο την απο-δαιμονοποίηση του φόβου:

————————————————

Πήρε φωτιά το Διαδίκτυο γιατί η ποιήτρια Κική Δημουλά φέρεται να είπε – μάλλον ανεπίσημα – σε κάποια εκδήλωση στην Κυψέλη (περιοχή όπου διαμένει) το εξής «εξωφρενικό»: ότι φοβάται να βγει απ’ το σπίτι της λόγω της αυξημένης εγκληματικότητας, αποτέλεσμα της υπερσυγκέντρωσης μεταναστών (νομίμων ή μη) στην εν λόγω περιοχή! Πώς το μάθαμε; Έτυχε να την ακούσει η δημοσιογράφος Άννα Δαμιανίδη, που ήταν παρούσα στην εκδήλωση των Atenistas. Και δεν έχασε τη μοναδική ευκαιρία να γίνει (έστω για λίγο) ένα από τα πιο πολυσυζητημένα πρόσωπα του Διαδικτύου. Όπως έλεγε κι ο παππούς μου, «αν δεν φας θεριό δεν θεριεύεις»!

Βέβαια, η δήλωση (αν την έκανε…) της ποιήτριας παραβιάζει ανοικτές θύρες: όλοι γνωρίζουμε το μαρτύριο των κατοίκων της Κυψέλης – ιδιαίτερα των ηλικιωμένων που είναι πιο ευάλωτοι σε συνθήκες περιρρέουσας εγκληματικότητας. Και, αν δεν επιμείνουμε να εθελοτυφλούμε (εκ του – πολιτικώς – πονηρού;), τα κύρια αίτια του φαινομένου δεν πρέπει να μας είναι και τόσο άγνωστα…

Επειδή όμως τα media μίλησαν ελαφρά τη καρδία για «ρατσιστικό και ξενοφοβικό παραλήρημα»(!) της κ. Δημουλά, θεωρούμε πως είναι μια καλή ευκαιρία να διατυπώσουμε δυο-τρεις σκέψεις πάνω στην ίδια την έννοια της ξενοφοβίας, με οδηγό την κοινή λογική και μόνο.

Καταρχήν, ο συνήθης συσχετισμός των όρων «ρατσισμός» και «ξενοφοβία» ως συγγενών εννοιών, είναι αδόκιμος. Αυτό ισχύει τόσο σε εννοιολογική, όσο και σε ηθική αλλά και νομική βάση. Ας εξετάσουμε αυτές τις παραμέτρους χωριστά:

1. Εννοιολογικά, η ξενοφοβία είναι κατά το μάλλον ή ήττον καλά καθορισμένη. Αναφέρεται στον παράλογο έως νοσηρό φόβο απέναντι σε οποιονδήποτε μπορεί να θεωρηθεί «ξένος» ως προς το κοινωνικό σύνολο στο οποίο ο ξενοφοβικός εντάσσεται αυτοπροσδιοριστικά. Αντίθετα, ο εννοιολογικός καθορισμός του ρατσισμού είναι ιδιαίτερα περίπλοκος, και η έννοια αυτή παραμένει – σε κάποιο βαθμό, τουλάχιστον – ασαφής.

2. Ο ρατσισμός είναι ηθικά αξιολογήσιμος και φέρει σαφώς αρνητικό πρόσημο. Τούτο οφείλεται στο ότι προσπαθεί να εισαγάγει ανισοτικές σχέσεις μεταξύ διαφορετικών ομάδων ανθρώπων με βάση αυθαίρετα θεωρούμενα χαρακτηριστικά, που μάλιστα είναι μη-επιλεγμένα. Πώς όμως μπορεί να αξιολογηθεί ηθικά ένα συναίσθημα, όπως ο φόβος ή μια βαθιά ριζωμένη προκατάληψη; Σε ποιο βαθμό, λοιπόν, είναι ηθικά καταδικαστέα η ξενοφοβία;

3. Από νομική άποψη, ο ρατσισμός, εφόσον εκδηλώνεται ως κοινωνική συμπεριφορά με πράξεις βίας (φυσικής ή ψυχολογικής), οφείλει να είναι ποινικά κολάσιμος σε κάθε πολιτισμένη κοινωνία. Πώς όμως μπορεί κανείς να ποινικοποιήσει τον φόβο – ένα κατά βάση αυτοσυντηρητικό συναίσθημα; Έτσι, η ξενοφοβία καθαυτή δεν μπορεί να θεωρείται «παράνομη» (πράγμα που αποτυγχάνουν να καταστήσουν σαφές οι νόμοι «κατά του ρατσισμού και της ξενοφοβίας»).

Αυτό που ενδεχομένως θα αποτελούσε αντικείμενο της Δικαιοσύνης είναι η πρόκληση ξενοφοβικών αισθημάτων μέσω δημόσιου λόγου. Και πάλι, όμως, τίθενται προϋποθέσεις: Το να διασπείρει κάποιος σκόπιμα ψευδείς ειδήσεις με σκοπό την πρόκληση τέτοιων αισθημάτων είναι εντελώς διαφορετικό από την δημόσια εξωτερίκευση προσωπικών βιωμάτων. Αν η δημόσια εξομολόγηση ενός θύματος εγκληματικής πράξης στοχοποιεί εκ των πραγμάτων κάποια κοινωνική ομάδα, θα ήταν παράλογο να τιμωρηθεί το θύμα για μια στοιχειώδη άσκηση ελευθερίας του λόγου εκ μέρους του!

Για να επιστρέψουμε στην κ. Δημουλά και το υποτιθέμενο «ρατσιστικό και ξενοφοβικό παραλήρημά της», θα αρκεστούμε να πούμε πως η ποιήτρια εξέφρασε χωρίς περιττά ταμπού το απολύτως αυταπόδεικτο. Αψηφώντας την αναμενόμενη διαστρέβλωση των λόγων της από τις επιλεκτικές ευαισθησίες των δήθεν «προοδευτικών», και την εκμετάλλευσή τους από τον καιροσκοπισμό των φερεφώνων κάποιων υποψήφιων επιβητόρων της εξουσίας…

————————————————

Δύο ερωτήματα που σήμερα, τουλάχιστον, φαντάζουν σε εμάς ρητορικά:

– Πόσο «ρατσιστές» θα μπορούσαν να θεωρηθούν οι έντρομοι επιβάτες του βαγονιού του Μετρό – ακόμα κι εκείνοι που κατέβηκαν πρόωρα στην επόμενη στάση με ένα μορφασμό απέχθειας ζωγραφισμένο στα πρόσωπά τους;

– Πόσο «θύματα ρατσισμού» θα δικαιούνταν να ισχυριστούν ότι υπήρξαν οι δύο (καθ’ όλες τις ενδείξεις, σαδιστικώς απολαύσαντες τον τρόμο των υπολοίπων επιβατών) αλλοδαποί επιβάτες;

Σε ό,τι αφορά την ποιήτρια Κική Δημουλά, δεν γνωρίζω αν κάποιοι μπήκαν στον κόπο να της ζητήσουν συγνώμη, έστω και κατόπιν εορτής. Όχι μόνο για την ίδια αλλά, στο πρόσωπό της, και για όλους τους ανθρώπους μιας κάποιας ηλικίας που αφέθηκαν απροστάτευτοι από την Πολιτεία απέναντι στο εισαγόμενο έγκλημα. Ίσως τώρα πια, φοβούμαι, κι απέναντι στην εισαγόμενη τρομοκρατία…

Όμως, ας μην παρασύρομαι τόσο: Η χρήση του όρου «τρομοκράτης» δεν είναι politically correct, σύμφωνα, τουλάχιστον, με τις εκπεφρασμένες απόψεις κάποιων άκρως ευφυών ανθρώπων με παραδοσιακά «προοδευτική» σκέψη. Των οποίων τη δεξιότητα και ωραιότητα του λόγου απολαμβάνουμε, εν τούτοις, με κάθε ευκαιρία, σε τούτο τον ιστότοπο και αλλού…

Aixmi.gr

Τετάρτη 2 Δεκεμβρίου 2015

Αγάπη για πάντα (1970)

Ο πιανίστας-σούπερμαν, που μελετά Ραχμάνινοφ με... σπασμένο χέρι!

Σκηνοθετεί ο Βασίλης Γεωργιάδης.


Κομματικό "ξεκατίνιασμα" ή εθνική συνεννόηση;

Δέχθηκα -ιδιωτικώς- πολλές επικρίσεις από φίλους για το χθεσινό άρθρο στο "Βήμα", θεωρώντας (οι φίλοι) ότι αξιώνω από την αντιπολίτευση να δώσει λευκή επιταγή στον κ. Τσίπρα για να εφαρμόσει ανενόχλητος την όποια πολιτική εκείνος επιλέξει. Είναι προφανές ότι το κείμενο δεν έγινε κατανοητό - και θα πάρω πάνω μου την ευθύνη γι' αυτό. Θα επιχειρήσω, έτσι, να το πω με απλά ελληνικά:

Τη στιγμή που παίζεται η ίδια η επιβίωση της χώρας, δεν υπάρχει Τσίπρας, δεν υπάρχουν κόμματα, δεν υπάρχουν πολιτικές. Ήρθε πια η στιγμή να καθίσουν όλοι μαζί στο τραπέζι και να βρουν τις λύσεις που απαιτούνται, χωρίς πολιτικά πεισματάκια κι εγωισμούς, χωρίς αισθήματα ρεβανσισμού, χωρίς διάθεση μετάθεσης ευθυνών, χωρίς κρυφές ή φανερές ματιές στο τεφτέρι του πολιτικού κόστους!

Δεν υπάρχουν "καλοί" και "κακοί" στο άρθρο, υπάρχει μόνο η παραίνεση "όλοι μαζί"! Φυσικά, το κείμενο θα ήταν πολύ πιο δημοφιλές αν έλεγε "ξεσκίστε τον" ή "ξέσκισέ τους", ανάλογα με τις πολιτικές προτιμήσεις του κάθε αναγνώστη. Παροτρύνσεις για (αμοιβαίο) συμβιβασμό και αναζήτηση συναινέσεων "ξενερώνουν" ένα αναγνωστικό κοινό εθισμένο στο πολιτικό "ξεκατίνιασμα" (θα έλεγα, ιδιαιτέρως από το 1981 και μετά)...

Προσωπικά, ανήκω σ' εκείνους που άσκησαν σκληρή κριτική στον Σύριζα και εξέφρασαν απέχθεια για την αναβίωση ενός αισχρού λαϊκισμού που στιγμάτισε την πολιτική της χώρας από τα τέλη του '80 ως τα μέσα, περίπου, του '90. Αυτό, όμως, δεν με εμπόδισε να χαιρετίσω, μέσα από τις στήλες της "Αιχμής", κάθε δείγμα στροφής του Σύριζα προς τον πολιτικό πραγματισμό. Ποτέ δεν ήταν η ίδια η Αριστερά ο στόχος: ήταν μόνο οι θέσεις και οι συμπεριφορές κάποιων που (υποτίθεται ότι) την εκπροσωπούν! Του αρχηγού μη εξαιρουμένου...

ΚΠ

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

ΤΟ ΒΗΜΑ - Κομματικοί τακτικισμοί ή εθνική συνευθύνη;

Κατανοητή και απόλυτα δικαιολογημένη η επιφυλακτική (έως αρνητική) στάση των φιλο - ευρωπαϊκών κομμάτων της χώρας απέναντι στους τακτικισμούς του κ. Τσίπρα. Έχοντας επί μακρόν εισπράξει, κατά το παρελθόν, αναρίθμητες λοιδορίες από αυτόν (όχι πάντα με τους κομψότερους όρους) λόγω του πολιτικού πραγματισμού με τον οποίο προσέγγισαν το πρόβλημα της κρίσης, δικαίως αναρωτιούνται γιατί θα έπρεπε τώρα να συμπράξουν εκείνα στον όψιμα αποκτηθέντα πραγματισμό του ίδιου του πρωθυπουργού. Πόσο μάλλον όταν κάτι τέτοιο θα σήμαινε συμμετοχή σε ένα δυσβάσταχτο πολιτικό κόστος για ολόκληρο, πλέον, το δημοκρατικό πολιτικό σύστημα...

Να θυμίσουμε ότι, πριν λίγους μόνο μήνες και κάτω από συνθήκες εθνικής κρίσης που όμοια δεν είχε συμβεί από το 1974 – μια κρίση για την οποία αποκλειστικά υπεύθυνες ήταν οι ανερμάτιστες πολιτικές επιλογές του κ. Τσίπρα και κάποιων κορυφαίων συνεργατών του – τα φιλο - ευρωπαϊκά κόμματα πήραν τη γενναία (και τελικώς πολιτικά επιζήμια γι’ αυτά) απόφαση να στηρίξουν τον πρωθυπουργό στην τιτάνια προσπάθεια της τελευταίας στιγμής για να σωθεί η χώρα. Το έπραξαν την ώρα που η κοινοβουλευτική δύναμη του κυβερνώντος κόμματος φυλλορροούσε προς κατευθύνσεις αντίθετες από αυτές που υπαγόρευε τόσο η λογική, όσο και το εθνικό συμφέρον. Και το μόνο που εισέπραξαν ως έκφραση «ευγνωμοσύνης» (πέραν του ίδιου του πολιτικού κόστους) ήταν περαιτέρω λοιδορίες από τον κ. Τσίπρα επειδή ακριβώς πίστευαν στις ιδέες βάσει των οποίων μόλις προ ολίγου τον είχαν στηρίξει!

Όλα αυτά είναι γνωστά και ελάχιστα αμφισβητούνται. Αυτό που πρέπει, όμως, να συνειδητοποιήσει το πολιτικό σύστημα της χώρας είναι ότι το μέγεθος του διακυβεύματος στην παρούσα κρίση είναι τέτοιο που δεν αφήνει χώρο για πολιτικά πείσματα και για (δικαιολογημένα, έστω) αισθήματα ρεβανσισμού. Όπως και ότι, η όποια καταμέτρηση επιμέρους πολιτικού κόστους θα ήταν τούτη τη στιγμή απαγορευμένη πολυτέλεια.

Η αντιμετώπιση της κρίσης απαιτεί εθνική συστράτευση και δεν είναι ζήτημα μεμονωμένης κομματικής πολιτικής. Οι αποφάσεις που θα ληφθούν σήμερα θα καθορίσουν το μέλλον των επόμενων γενεών, και η συνευθύνη ολόκληρου του πολιτικού συστήματος είναι αναγκαία προϋπόθεση για μια κατά το δυνατόν ομαλή μετάβαση στη δύσκολη επόμενη μέρα. Ο μαθηματικός γρίφος είναι ιδιαίτερα δυσεπίλυτος: Πώς θα «σωθούν» οι αριθμοί (άρα η οικονομία της χώρας) χωρίς, παράλληλα, να προκληθεί περαιτέρω δυστυχία στους ανθρώπους. Και για τη λύση του γρίφου απαιτείται να συνεργαστούν πολλά κεφάλια. Με εθνικά, όχι κομματικά οράματα!

Ας ελπίσουμε ότι, κατά την πρόσφατη σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών υπό τον ΠτΔ, εκδηλώθηκαν στο παρασκήνιο και κάποιες προθέσεις εθνικής συνεννόησης (οι οποίες, για λόγους κομματικής διαχείρισης, ενδεχομένως δεν βγήκαν προς τα έξω). Σε αντίθετη περίπτωση, η χώρα κινδυνεύει να βαδίσει στα κακοτράχαλα μονοπάτια της κρίσης έχοντας παράλληλα να αντιμετωπίσει τον χειρότερο και πιο επικίνδυνο εχθρό της: τον διχασμένο της εαυτό! Εκείνον που τόσες φορές μετέτρεψε εθνικές κρίσεις σε εθνικές περιπέτειες...

ΤΟ ΒΗΜΑ